Monday, December 5, 2011

Άλλη μία Αγανακτισμένη


Κάποια στιγμή ακόμη και η πιο σθεναρή ψυχή κουράζεται. Ακόμη και ο πιο ‘δυνατός’ τα παρατάει. Αφού βέβαια έχει προσπαθήσει για το καλύτερο. Αφού έχει πει ‘Ναι τουλάχιστον προσπάθησα’. Και κάποιες φορές είναι και σωστότερο να σταματάς. Να ξεκουράζεσαι. Ακόμη και από το αέναο κυνηγητό να ανακαλύψεις τον εαυτό σου και τις κρυμμένες δυνατότητές του.

Σταμάτα λοιπόν να κουράζεσαι χωρίς λόγο και να τρέχεις ψυχικά και σωματικά να προλάβεις αυτά που δεν υπάρχουν. Κάντο για σένα αλλά κυρίως για αυτούς που αγαπάς. Δε θέλουν να σε βλέπουν να κουράζεσαι άκοπα. Γιατί έτσι χάνεις τον εαυτό σου, αλλάζεις και εσύ μαζί με τα δεδομένα που καθημερινά αλλάζουν. Αλλάζεις και χάνεσαι, και ο αρχικός σου αγνός σκοπός γίνεται σχέδιο των άλλων. Οι δικές σου απογοητεύσεις  γίνονται τροφή για αυτούς που θέλουν να σε δουν να υποφέρεις. Για αυτούς που θέλουν να κάνουν τον κόσμο να πει ‘Ναι έχετε δίκιο, εσείς μόνο έχετε δίκιο’. Να ελέγχουν τις μάζες και να υποκινούν γνώμες. Έμμεσα και άμεσα. Με φερέφωνα και φασίστες, που τώρα θεωρούνται σωστότεροι γιατί απλά είναι μέλη της κυβέρνησης. Μίας κυβέρνησης χουντικής και αντισυνταγματικής.

Αλλά δε θα μιλήσω για αυτούς, δεν θα τους κάνω τη χάρη. Θα μιλήσω για τους άλλους, αυτούς που υποφέρουν επειδή κάποιοι άλλοι τους κορόιδεψαν, επειδή κάποιοι άλλοι είχαν περισσότερο μυαλό και δύναμη. Δεν είναι θύματα. Απλά κορόιδα, που κοροϊδεύουν και τους ίδιους τους εαυτούς τους. Τι κρίμα. Και νόμιζα ότι θα άλλαζε κάτι. Ότι κάποιοι έχουν ξυπνήσει. Μα πόσο υπνωτισμένοι είμαστε από το χαζοκούτι και τις κατευθυνόμενες ειδήσεις; Γιατί αφήνουμε τους εαυτούς μας να βυθιστούμε και άλλο σε αυτόν το βούρκο και να τα δεχόμαστε όλα; Φτάνει πια.

Έχω τρέξει και εγώ τα χιλιόμετρά μου, έχω κοροϊδευτεί και εγώ από αυτούς που νομίζουν ότι μόνο αυτοί ξέρουν τι είναι σωστό για μένα. Έχω δει την αδικία και το φτύσιμο στα μούτρα. Έχω κάνει και εγώ λάθη, έχω προσπαθήσει άσκοπα. Το μόνο που αντιλαμβάνομαι λοιπόν, είναι ότι μας αξίζει να είμαστε σε αυτήν την κατάσταση, όπως αξίζει και την Ευρωπαϊκή Ιερά Εξέταση να καταρρεύσει, μαζί της και εμείς. Απαιτείται αναδιάρθρωση – όχι τους χρέους – αλλά του εαυτού μας. Να αντιληφθούμε την πηγή του προβλήματος και να πορευτούμε μόνοι μας πια. Τίποτα δε λύνεται αν κυριαρχούν οι τραπεζίτες και οι χρηματιστές. Ας φαγωθούν μόνοι τους. Εγώ αυτή τη φορά δε θα συμμετάσχω. Μόνο θα τρέξω να σωθώ και θα σταματήσω να προσπαθώ για αυτούς που απλά δεν αξίζουν ούτε να τους φτύσεις. 

Monday, November 28, 2011

Μία θλιβερή ιστορία (μέρος Ά)


Ήταν αέρινη και όμορφη. Αλλά είχε πάντα ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο που δεν ήταν χαράς, ούτε ευτυχίας. Ήταν μελαγχολίας. Έτσι χλωμή που ήταν σε τραβούσε η ομορφιά της. Μία ομορφιά αλαβάστρινή αλλά και τόσο εύθραυστη. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ήταν πάντα τόσο μελαγχολική, ίσως γιατί  η ζωή δεν της φέρθηκε ποτέ όπως θα έπρεπε. Αλλά σε ποιον φέρεται; Μου μιλούσε και εγώ χανόμουν στα κατάμαυρά της μάτια και τα κυματιστά σκούρα της μαλλιά. Τόσο όμορφη! Και τόσο μελαγχολική…

Τι να κρύβουν αυτές οι βαριές βλεφαρίδες; Τι βάσανα να κουβαλάν αυτά τα μαρμάρινα χέρια; Σαν αρχαιοελληνική μορφή που ξέρει να επιβάλλεται, πάντα έμπαινε στο χώρο και δεν μπορούσες να τραβήξεις τα μάτια σου από πάνω της. Είχε κάτι το μαγικό, το εξωπραγματικό. «Πόσοι άντρες θα είναι ερωτευμένοι μαζί της;», σκέφτηκα. Αληθινά ερωτευμένοι με κάτι αληθινά όμορφο. Πολλοί.

Μαγεμένη από την ομιλία της και την μοναδική της ομορφιά, τη ζήλευα. Όχι με τον κακό τρόπο, γιατί ξέρω ότι όλοι μας είμαστε μοναδικοί και όμορφοι με το δικό μας τρόπο. Τη ζήλευα και τη λυπόμουν, για αυτή της τη μελαγχολία, που πολλούς τους ασχημαίνει. Αυτήν όμως την ομόρφαινε όλο και πιο πολύ. Σαν να ήταν βγαλμένη από παραμύθι. Σαν να μη τη χωρούσε ο τόπος. Σαν να ήθελε να φύγει μακριά, να γλιτώσει από κάτι που την κατέτρωγε.

Στην άκρη της κλωστής
Ποτέ δεν κατάλαβα για ποιο λόγο έγινε ό, τι έγινε. Κάποιο κρύο πρωί του Γενάρη ήρθε να με επισκεφτεί να μου πει κάτι. Δε φαντάστηκα ποτέ τι θα ήταν αυτό. «Έχω καρκίνο, βαριάς μορφής, μου δίνουν 6 μήνες». Κοκάλωσα. Δεν ήξερα τι να πω, τι να κάνω. Να την παρηγορήσω. Ακόμη και μπροστά στην επιβλητικότητά της όταν μου το ανακοίνωνε, έβλεπες μία ανησυχία πίσω από αυτό το πρόσωπο. Μία αγωνία, αλλά και μία ανακούφιση, σαν να το ήξερε, σα να το περίμενε. Έκλαψα. Πολύ. Με κοιτούσε ανέπαφη και όμορφη όπως πάντα σαν να περίμενε να τελειώσω. Όταν ηρέμησα τη ρώτησα τι θα κάνει. «Ό, τι κάνουν όλοι, υπομονή και φυσικοθεραπεία». Τόσο απλά και ήρεμα. Νευρίασα. «Μα πώς είσαι τόσο ήρεμη;;; Πως;;». «Όλα γίνονται για κάποιο λόγο», μου αποκρίθηκε. «Και εγώ είμαι έτοιμη να βρω αυτό το λόγο, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο… θα τον βρω».

Ήμασταν πολύ καλές φίλες. Μαζί χρόνια. Τη γνώρισα σε ένα από τα ταξίδια μου. Ήρεμος και απλός άνθρωπος. Ποτέ δεν προκαλούσε, ποτέ δε νευρίαζε, το αντίθετο από εμένα – πάντα νευρική, πάντα αντιδραστική. Και το παραλήρημα μόλις ξεκινούσε. Γιατί σε αυτήν, γιατί τώρα; Στον άνθος της ηλικίας της.. Πάντα σωστή σε όλα, πάντα αγαπητή, πάντα όμορφη… ερωτηματικά και απορίες μου περνούσαν από το μυαλό και δάκρυα κυλούσαν στο πρόσωπό μου σα μυριάδες μαχαίρια να μου κόβουν το πρόσωπο. Δεν το άντεχα, δεν το δεχόμουν. Έβριζα θεούς και δαίμονες, έσπαζα πράγματα, χτυπιόμουν, εξοργιζόμουν.

Όταν ηρέμησα της είπα «Θα το παλέψουμε, μαζί, μέχρι το τέλος. Δεν σου αξίζει, θα το παλέψουμε». Μου έγνεψε και έπειτα με αγκάλιασε. Το άρωμά της μου γέμισε ελπίδες, με το χαμόγελό της ηρέμησα, αγαλλίασα. «Μα τι άνθρωπος!», σκέφτηκα. Και κάπου εκεί αποφασίσαμε να το παλέψουμε μαζί, όσο πάει, στα όμορφα και στα δύσκολα. Σε όλα, μαζί. 

Saturday, November 19, 2011

Μια διαδρομή με νόημα


Κάποιοι τρέχουν να προλάβουν, κάποιοι τρέχουν να σωθούν, κάποιοι για να ζήσουν και κάποιοι για να μη νιώσουν. Εγώ δεν ανήκω σε καμία κατηγορία και σίγουρα δεν είναι μονάχα αυτές. Αλλά όλοι από κάπου τρέχουμε, είτε γιατί το θέλουμε, είτε γιατί πρέπει. Βιασύνες και λάθη, και όλο τρέχουμε σαν λυσσασμένοι. Να προλάβουμε τι; Τη ζωή που θέλουμε μη μας φύγει; Ή τη ζωή που μας πάσαραν τόσο εύκολα και απλά;

Δεν ξέρω την απάντηση, αλλά ούτε και εσύ. Το μόνο που ξέρω είναι ότι θέλω εγώ να αποφασίζω, εγώ να πράττω, εγώ να ζω. Για μένα ή για τους άλλους δεν έχει σημασία, εγώ θα το αποφασίσω, και όχι κάποιος άλλος. Και δε θέλω πια να τρέχω χωρίς λόγο, δε θέλω δάνεια και ψεύτικες υποχρεώσεις, θέλω να ζω ήρεμα και όμορφα, όπως ακριβώς εγώ το φαντάζομαι. Είτε είναι εδώ ή κάπου αλλού δεν έχει σημασία, αρκεί να είναι κάπου που θέλω εγώ, μονάχα εγώ. Χωρίς φόβο και πάθος!

Μια ζωή μαζί
Και να τρέχω για μένα και σένα, μακριά από όλα αυτά που φοβάμαι και δεν μπορώ να παραδεχτώ. Μακριά από αυτά που δεν αντέχω πια και μισώ. Μαζί μακριά, αλλά μαζί. Και σταματώ να σκέφτομαι και κυρίως να φοβάμαι, έστω και για λίγο. Να συλλογίζομαι και να αναπολώ. Το μόνο που πρέπει είναι να προσπαθώ και να ζω. Χωρίς αναστολές. Χωρίς ψέματα. Αληθινά και ντόμπρα, όπως ακριβώς θέλω εγώ, ακούγοντας μονάχα την καρδιά και τα όνειρα που έκανα παιδί. Έχοντας αξίες και ιδανικά για μια ζωή. Έχοντας μια οικογένεια σαν αυτή που μου πρόσφεραν, να μεγαλώσω αληθινά και με αγάπη, χωρίς ανασφάλειες και συμβιβασμούς. Να είμαι ο εαυτός μου. Εγώ, με τις περιέργειές μου και τις ιδιαιτερότητές μου, με τα προτερήματα και τα ελαττώματά μου, με όλα αυτά που με κάνουν ‘τρελή’, ‘αλλοπαρμένη’ και μοναδική. Όπως είμαστε όλοι μας, όμορφοι και μοναδικοί.

Γιατί τι νόημα έχει να ζεις όπως θέλουν οι άλλοι; Τι νόημα έχει να είσαι ίδιος με όλους τους άλλους; Ένα με το πλήθος, εάν δεν είσαι ο εαυτός σου στην τελική; Κανένα νόημα. Τη ζωή μας την κάνουμε εμείς, με τις επιλογές και τα όνειρα μας, με τις επιθυμίες και τις πράξεις μας, με την αγάπη για τον εαυτό μας και τους γύρω μας, με το σεβασμό προς κάθε τι, εμάς, τη Φύση, τη ζωή που κυριαρχεί παντού και πάντα. Τη Ζωή Μας.

*For the one that makes me get through. 

Sunday, November 13, 2011

Κάποιος, κάπου, κάποτε


Μία πριγκίπισσα ήρθε κάποτε και με ρώτησε, «Γιατί περιμένεις να ζήσεις; Γιατί το κάνεις αυτό; Νομίζεις πως η ζωή σου θα αλλάξει από μόνη της;». Ξαφνιάστηκα. Δεν περίμενα να με επισκεφτεί. Πόσο μάλλον να μου πει αυτά τα λόγια. Ποια είναι αυτή που τα λέει αυτά; Που είναι φυλακισμένη μέσα στο ίδιο της το παλάτι! Άλλοι καιροί τότε θα μου πείτε… άλλοι και καλύτεροι, πιο όμορφοι, πιο ευγενικοί, πιο αγνοί.

Και συνέχισε: «Μη γίνεις σαν εμένα, κλεισμένη στον πύργο μου, που είναι σα μπουντρούμι, μην αφεθείς στην ευκολία της ηττοπάθειας, περιμένοντας κάποιον χαμένο πρίγκιπα να σε σώσει, πρέπει μόνη σου να το κάνεις αυτό με ακούς;;;», και ξέσπασε σε λυγμούς. Εγώ μη ξέροντας τι να κάνω, την πήρα αγκαλιά και προσπάθησα να την καθησυχάσω. Μα πως στο καλό το κάνεις αυτό σε μία πριγκίπισσα που έχει ζήσει αιώνες πριν, που έχει δει χώρες να γκρεμίζονται και βασιλιάδες να βασιλεύουν;

Μελαγχολία μου γλυκιά, μην ανθίσεις ξανά
Μία αγκαλιά ήταν αρκετή για να την ησυχάσω. Σκεπτόμενη και εγώ τα λεγόμενά της, προσπάθησα να βάλω σε μία τάξη όλα αυτά που ταλαιπωρούν το μικρό μου μυαλουδάκι τα τελευταία 24ωρα. Αγωνία για το τίποτα. Κούραση ψυχολογική και διανοητική, με όλα αυτά που ακούγονται και γράφονται, με όλα αυτά που δεν μπορούμε να κάνουμε, με τη μισή ζωή που ζούμε. Επιζητώ και εγώ την αλλαγή, όπως όλοι. Η οποία όμως δεν έρχεται ποτέ…! «Θα έρθει», μου λέει και ξαπλώνει να ξεκουραστεί. «Και να ξέρεις, τίποτα δεν έχει σημασία αν δεν έχεις την αγάπη, γιατί αυτή είναι η πραγματική ουσία, η αλήθεια στη ζωή».

«Πόσο δίκιο έχει», σκέφτηκα. Τι να τα κάνω τα λούσα και τα χρήματα, τι να την κάνω την τέλεια δουλειά και τους πολλούς του φίλους, αν δεν έχω γνωρίσει την αληθινή αγάπη, αν δεν έχω νιώσει πως είναι να αγαπάς και να αγαπιέσαι… πολύ ρομαντικό, ναι! Αλλά πέρα για πέρα αληθινό. Γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι για να βρουν το άλλο τους μισό, για να αγαπηθούν και να μοιραστούν τη ζωή τους μαζί του. Γιατί ακόμη και αν έχεις τα πάντα φαινομενικά, κάποια στιγμή θα νιώσεις αυτό το κενό της μοναξιάς, αυτή την ‘τρύπα’ στην ψυχή, αυτό το τίποτα. Η μοίρα μας είναι η αγάπη και μόνο η αγάπη. Ούτε έρωτες εφήμεροι, ούτε ψεύτικοι φίλοι, ούτε δειλοί συγγενείς, μόνο αγάπη αληθινή.

Και να’ μαι εδώ, με μία χαμένη στο χρόνο πριγκίπισσα, να μου δίνει συμβουλές. Χαμένη και εγώ σε αυτό που λέγεται πραγματικότητα. Χαμένη πέρα για πέρα σε ένα μακρινό πύργο με κάποιο δράκο να με κρατάει φυλακισμένη, το δικό μου δράκο, τον ίδιο μου τον εαυτό. Φόβοι και ανησυχίες μεταμορφώνονται, ελπίδες και σχέδια ματαιώνονται, μέχρι να έρθει να με πάρει και εμένα ο δικός μου μοναχικός πρίγκιπας, και ας μην είναι με το άσπρο  του άλογο. Εμένα το μόνο που με νοιάζει είναι να έρθει να με σώσει. 

Wednesday, November 9, 2011

Όλα αλλάζουν, εμείς;


Όλα τίθενται υπό αμφισβήτηση. Αξίες, θεσμοί, ήθη, έθιμα, συμπεριφορές, ακόμη και οι ίδιοι  οι άνθρωποι. Όλα αλλάζουν και όλα σιγά σιγά γκρεμίζονται. Όνειρα, προσωπικές επιλογές, στόχοι αλλάζουν. Όχι  επειδή το θέλω εγώ, αλλά επειδή το θέλουν αυτοί. Όλοι κάνουν διάλογο χωρίς κανένα αποτέλεσμα, γιατί; Και ξαφνικά η μπάλα γυρίζει στο λαό. Όλα αλλάζουν.

Τι θα γίνει τελικά; Δεν  μπορείς να ξέρεις γιατί οι εξελίξεις τρέχουν μανιωδώς και πρέπει να τις προλάβεις. Ειδήσεις όλη μέρα στην τηλεόραση, στις εφημερίδες, στα ραδιόφωνα λέγονται και γράφονται χωρίς καμία σημασία. Είναι και αυτές κομμάτι του ‘τίποτα’, του κενού που χαρακτηρίζει τη χώρα αυτή. Και πόσο λυπάμαι δε λέγεται, αλλά και πόσο θέλω να φύγω από εδώ επίσης δε λέγεται.

Η ελευθερία του λόγου γενικώς έχει ξεφύγει,  ειδικά όσον αφορά το διαδίκτυο. Ο καθένας γράφει ο, τι του καπνίσει. Άκου εκεί φήμες για πραξικόπημα! Διαδικτυακή τρομοκρατία και ιντερνετική ψυχολογική βία. Εκεί φτάσαμε. Πουθενά δεν ελέγχουν όσα γράφουν. Ό, τι δουν από ξένα πρακτορεία και άκυρα μπλογκ το αναπαράγουν. Είναι αυτό δημοσιογραφία; Για να σοβαρευτούμε λίγο, ή γράφεις την γνώμη σου εμπεριστατωμένα ή μια είδηση που έχει βάσεις και την έχεις ελέγξει. Και όσα έχουν γραφτεί τις τελευταίες μέρες είναι απλώς τραγικά. Γιατί σε περιόδους κρίσεων (καλή ώρα), μερικοί επωφελούνται χρησιμοποιώντας το φόβο της μάζας, προκειμένου να αναπαράγουν ειδήσεις ασταθείς με μοναδικό σκοπό να διαβαστούν επειδή σκορπίζουν τον πανικό. Απαράδεκτο.

Είναι τόσο όμορφο να διατυπώνονται όλες οι απόψεις, αλλά όχι με σκοπό να προκαλέσουν σύγχυση και πανικό σε μία κοινωνία όπου αξίες και θεσμοί καταρρίπτονται, όπου ο πολιτικός κόσμος βρίσκεται σε συνεχή αναταραχή, όπου ο λαός βράζει και τα μέσα προκαλούν. Αντί να υπηρετούν την ενημέρωση και την αλήθεια, αναπαράγουν ό, τι σκουπίδι τους προσφέρεται. Αν είναι έτσι εγώ αρνούμαι να μπω σε αυτό το σύστημα και να γράφω ψέματα και ανακρίβειες. Ειλικρινά.

Γι’ αυτό λοιπόν, ας αλλάξουμε λίγο τον τρόπο που σκεφτόμαστε εμείς που ασχολούμαστε με την ενημέρωση, που έχουμε μία κάποια ‘δύναμη’. Γιατί αργά ή γρήγορα, και ειδικά τώρα με τα νέα μέσα, ο λαός θα αντιληφθεί – αν δεν το έχει κάνει ήδη – ότι τον κοροϊδεύουν μπροστά στα μάτια του και θα αντιδράσει. Και τότε να σας δω. 

Thursday, November 3, 2011

Μνήμες παιδικές...


Όλοι έχουμε μνήμες από την παιδική μας ηλικία, άλλοι τις ξεχνάμε, και άλλοι τις αναπολούμε για διάφορους λόγους, κυρίως υποσυνείδητα. Έτσι είμαι και εγώ. Το υποσυνείδητό μού φέρνει εικόνες παλιές, ξεθωριασμένες και ξεχασμένες. Τόσο ξεχασμένες που πολλές φορές νομίζω ότι αυτά τα έζησε κάποιο άλλο παιδί τότε.

Όμως είναι δικές μου μνήμες, όλες δικές μου και μοναδικές. Μερικές αλλοιωμένες από την πάροδο του χρόνου και μερικές τόσο φρέσκιες, λες και έγιναν μόλις χτες. Πολλές με επισκέπτονται το βράδυ στα όνειρά μου και μου κάνουν καμώματα ότι τις ξέχασα, ότι το παιδί μέσα μου αργοπεθαίνει, γιατί η καθημερινότητα μου το φθείρει, το σκοτώνει. Πολλές έρχονται απρόσμενες μέσα στη μέρα να μου υπενθυμίσουν κάποια στιγμή της παιδικής μου ηλικίας, η οποία δεν ‘κολλάει’ καθόλου με την επικαιρότητα της ενήλικης ζωής μου και αναρωτιέμαι... τι δουλειά έχουν μέσα στους διαδρόμους του μυαλού αυτές οι μνήμες παντελώς απρόσκλητες;

Τσαχπίνες και ζόρικες μερικές ομολογώ. Και εισέρχονται στο μυαλό μου. Παιχνίδια ατελείωτα κάτω από καυτό ήλιο, συζητήσεις για ό, τι μπορείς να φανταστείς, σχολείο, μπάλα, ποδήλατο, διάβασμα, παιχνίδι και πάλι παιχνίδι. Ανέμελες στιγμές που με επισκέπτονται συχνά, σαν να θέλουν κάτι να μου πουν. ‘Γιατί με ταλαιπωρείτε; Δεν καταλαβαίνω’ τις ερωτώ. ‘Πρέπει να θυμάσαι’ μου απαντούν, ‘Πρέπει να μη ξεχάσεις ποτέ, όσο χρόνια και αν περάσουν’. ‘Μα γιατί;’ απορώ σαστισμένη. ‘Γιατί οι μνήμες σου από τότε είναι εσύ, είναι αυτό που ήθελες να γίνεις, όμορφα και ταπεινά ιδανικά που τα ξεχνάς’. Κοκάλωσα. Πόσο δίκιο είχαν.

Ξεχασμένες, φθαρμένες μνήμες μέσα στο χρόνο...

Και θυμήθηκα. Αυτό που πάντα ήθελα να γίνω, αυτά που ονειρευόμουν να ζήσω, να δω, να μυρίσω, να γευτώ. Άστρα και χρυσόσκονες, ζωγραφιές και μουσική. Διαδρομές και μονοπάτια, φίλοι και εχθροί. Όλα μαζί με κάνουν αυτό που είμαι τώρα. Αυτά που έζησα τότε είναι το παρόν μου. Και αντιλαμβάνομαι, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο είμαστε όλοι αντανάκλαση του παιδικού εαυτού μας, γι’ αυτό δεν πρέπει να τον ξεχάσουμε ποτέ, να μην τον εγκαταλείψουμε ποτέ.

Αυτό το ντροπαλό κοριτσάκι της δεκαετίας του 90, είμαι εγώ στο 2011. Με τις αναστολές και τις σκέψεις του παρόντος, με τους φόβους και τα όνειρα του τότε, με τις ευκαιρίες και τις ελπίδες του μέλλοντος. Και εύχομαι ποτέ να μην ξεχάσω αυτό το μικρό κορίτσι. Που τόση δίψα είχε για ζωή και ατελείωτο παιχνίδι, για γνώση και καινούργια πράγματα, που τώρα χάνει το δρόμο σιγά σιγά μέσα σε κουρέματα, επαναδιαπραγματεύσεις, ανεργία, κοινωνική κατάπτωση, δημοψηφίσματα και μούντζες. Γιατί η ζωή είναι ένα ατελείωτο παιχνίδι, όπως τότε, μόνο που εμείς βάζουμε τους κανόνες τώρα και όσοι τους ακολουθούν παίζουν μαζί μας, όσοι τους παραβιάζουν τα ‘φυλάνε’ στη γωνία. 

Monday, October 31, 2011

Αγάπη είναι...


Αγάπη είναι να δίνεις και ας μην παίρνεις. Αγάπη είναι να θες να εγκαταλείψεις τα πάντα στη ζωή σου, μονάχα για να είσαι μαζί του, να μη σε νοιάζει τίποτα πέρα από αυτόν, να απαρνιέσαι ακόμη και τα όνειρα σου και να χτίζεις μαζί του καινούργια. Αγάπη είναι αμοιβαιότητα, έρωτας και μαρτύριο. Τίποτα όμορφο δεν έρχεται χωρίς πόνο και θλίψη, τίποτα υπέροχο δεν έρχεται χωρίς να παλέψεις για αυτό.

Όταν όλα είναι ανθισμένα στην ψυχή σου

Αγάπη είναι αμοιβαία εμπιστοσύνη και ας είστε χιλιόμετρα μακριά. Αγάπη είναι να ονειρεύεσαι ακόμη και όταν είσαι ξύπνιος, όταν τίποτα δε σε σταματά, όταν έχεις λόγο να ζεις και να προχωράς ακόμη και αν όλα φαίνονται άσχημα. Όταν ακόμη και μέσα στο σκοτάδι βλέπεις φως , όταν ακόμη και μέσα στην ασχήμια του κόσμου,  εσύ βλέπεις παντού ομορφιά. Όταν η απογοήτευση μοιάζει μάθημα, όταν οι αποτυχίες είναι με το μέρος σου, όταν τις αγκαλιάζεις και δεν τις φοβάσαι.

Αγάπη είναι όταν σου λείπει κάθε λεπτό, όταν είστε μαζί και ταξιδεύετε σε άλλους κόσμους. Όταν όλα φαίνονται δυνατά, και τίποτα δε σε σταματά. Όταν αντλείς δύναμη από τα άσχημα για να αντιμετωπίσεις τα δύσκολα. Όταν βρίσκεις τον αληθινό σου εαυτό, όταν ακόμη και μετά από καιρό νιώθεις τον έρωτα, όταν είσαι ο εαυτός σου. Αληθινή αγάπη είναι όταν νιώθεις την καρδιά σου να χτυπάει και τα χέρια σου να τρέμουν σαν σε κοιτά, ακόμη και μετά από χρόνια.

Αγάπη είναι έρωτας, κατανόηση, συμβίωση, αλήθεια, εμπιστοσύνη, ισότητα, συναίσθημα, επικοινωνία. Αγάπη είναι τα πάντα και το τίποτα. Αγάπη είναι το νόημα και η ουσία. Αγάπη είναι… 

Saturday, October 29, 2011

Κάτι μου λείπει


Κάτι μου λείπει. Δεν είναι λεφτά, δεν είναι υλικά. Είναι κάτι άλλο, ανώτερο. Ή έτσι θέλω να πιστεύω. Μήπως είναι κάτι ονόματι συναίσθημα; Μήπως είναι η συναίσθηση της πραγματικότητας; Δε γνωρίζω, ή καλύτερα αρνούμαι να το αντιληφθώ και να προχωρήσω. Και τι μας λες τώρα θα αναρωτιέστε; Πάλι κρίση ταυτότητας έχει αυτός ο άνθρωπος;

Δεν έχει. Το μόνο που προσπαθεί να κάνει είναι να γνωρίσει τον εαυτό του και να συμφιλιωθεί μαζί του, να τον νιώσει, να τον ακολουθήσει και να μη χαθεί συνάμα στη δίνη του χρόνου. Στην προσπάθεια μου αυτή, στην οποία και επιδίδομαι χρόνια ολόκληρα, αντιλαμβάνομαι τη σημασία που παίζουν οι άνθρωποι γύρω μου. Πως μου συμπεριφέρονται, πως με κάνουν να νιώθω, πως, πως…

Θεωρητικά τα έχω όλα. Κάτι όμως, πάντα, λείπει. Σήμερα μπορεί να είσαι εσύ, γιατί είσαι μακριά μου, γιατί δεν μπορώ να σε αγκαλιάζω κάθε μέρα, να γεύομαι το φιλί σου και να ακούω τα υπέροχα λόγια σου. Δεν είσαι εδώ και αυτό δεν αλλάζει. Θα σε βρω όμως, θα γυρίσεις και πάλι κοντά μου. Ας είναι και μετά από μήνες, ξέρω όμως ότι θα σε βρω. Αύριο ίσως είναι κάτι άλλο, μία επαγγελματική ασφάλεια ας πούμε, μία σταθερότητα, μία κάποια επιβράβευση. Πάντα όμως κάτι θα λείπει.

Πολλοί λένε ότι τέτοιες υπαρξιακές κρίσεις σε πιάνουν μετά τα σαράντα, που έχεις ζήσει και κάποια πράγματα. Εμένα γιατί με πιάνουν από τα δεκαπέντε δεν μπορώ να καταλάβω, είναι περίεργο και συνάμα τόσο όμορφο. Να έρχεσαι σχεδόν κάθε μέρα αντιμέτωπος με τον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν το έχουν πολλοί νομίζω και άλλοι το αποφεύγουν. Πολλοί είναι αυτοί που φοβούνται τους εαυτούς τους και δε συζητούν μαζί τους, δεν τους ακούν, μόνο προχωρούν, κάνοντας το κενό ανάμεσά τους όλο και μεγαλύτερο, όλο και πιο δυσνόητο. Πολλοί όμως βρίσκονται στην ίδια ακριβώς θέση με εμένα.

Και αισθάνομαι πως μαζί με την κοινωνία καταρρέω και εγώ. Θεσμοί καταρρίπτονται, αξίες χάνονται. Μήπως ήρθε η ώρα να επαναπροσδιορίσουμε τους εαυτούς μας; Να μικρύνουμε αυτήν την απόσταση μεταξύ των εαυτών μας και της κοινωνίας; Να αντιδράσουμε, να ανοίξουμε τα μάτια μας, να συγχρονιστούμε με τη συχνότητα της πραγματικότητας; Να καταλάβουμε επιτέλους τι μας λείπει. Όλους μαζί και τον καθένα προσωπικά. Γιατί και εμένα όλο κάτι μου λείπει, και αυτή η στενοχώρια που με κατακλύζει, έχω βάσιμες υποψίες ότι οφείλεται στην κατάπτωση της κοινωνίας, την ανεργία, το χρέος, τη διαφθορά, την κατακραυγή, την ‘κρίση’.

Και κάτι μου λείπει, κάτι απροσδιόριστο, αλλά βαθιά μέσα μου ξέρω από πού προέρχεται αυτό το κενό. Από πού αναβλύζει αυτή η ανούσια αίσθηση που νιώθω τις τελευταίες εβδομάδες. Είναι όλα μαζί και το κάθε ένα ξεχωριστά. Μία μελαγχολία κυριαρχεί, μία συναισθηματική κατάπτωση, μία κούραση, μία ατονία. Και όλο κάτι μου λείπει. Σαν να μην μπορώ να ευχαριστηθώ τίποτα πια. Και ξέρω τι σημαίνει αυτό, ή τουλάχιστον νομίζω ότι ξέρω.

Και γυρνάμε πάλι στα ίδια, μόνο που τώρα έχουμε δικαιολογία για να είμαστε μελαγχολικοί, έχουμε την αιτία στα χέρια μας. Δε μας θεωρεί κανείς μελαγχολικούς, απλά φυσιολογικούς, γιατί πλέον όλοι είναι έτσι. Μεγάλοι και μικροί βρίσκονται φυλακισμένοι σε μία ‘φούσκα’ που αργά ή γρήγορα θα εκραγεί και δε θα ξέρουμε πού να κρυφτούμε. Και ξυπνάω και κοιμάμαι, προσπαθώντας να προσδιορίσω αυτό το κάτι που μου λείπει. Γιατί πάντα όλο κάτι λείπει.

Tuesday, October 18, 2011

Μία συμβουλή από εμένα


Και οι κρύες νύχτες του χειμώνα ξεκινούν. Δε θα αναπολήσω αυτή τη φορά, ίσως πρέπει να πάψω να το κάνω αυτό. Απλά απολαμβάνω και σκέφτομαι. Όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μου και που δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να τα αλλάξω. Και σταματώ να θυμάμαι. Και ξεκινώ να ονειρεύομαι και να ελπίζω. Όλοι λένε μην ελπίζεις, δεν υπάρχει κάτι για το οποίο να αξίζει να ελπίζεις πια! Μα πως γίναμε τόσο δεκτικοί στο να μας σκοτώνουν τα όνειρα; Πότε ξεχάσαμε γιατί ζούμε και γιατί παλεύουμε;

Ο κόσμος καταρρέει κυρίως κοινωνικά και ψυχολογικά. Όλοι είναι με κάτι μούτρα μέχρι το πάτωμα. Κανείς δε χαμογελάει πλέον και όλοι θέλουν να φύγουν από αυτή τη χώρα. Μαζί τους και εγώ, δεν το αρνούμαι. Αλλά για να έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο, σημαίνει πως εγκαταλείπουμε τελείως από τον αγώνα στη χώρα μας. Που όσο μακριά και να πάμε, όσο και να μη θέλουμε να μείνουμε εδώ, πάντα αυτήν αναπολούμε. Και όταν γυρίζουμε εδώ γκρινιάζουμε πάλι. Αλλά έτσι είμαστε. Δεν αλλάζουμε εύκολα. Έτσι μας μάθανε, και έτσι είναι η φυσική ροή των πραγμάτων. Μαζί δεν κάνουμε με την Ελλάδα και χώρια δεν μπορούμε (!)

And the winter begins
Και πάλι μιλάω για όνειρα και σχέδια του μέλλοντος. Την ώρα που ο καιρός εδώ στα βόρεια έχει κρυώσει για τα καλά. Αναπόφευκτα οραματίζεσαι το μέλλον, όσο ζοφερό και αν φαντάζει. Και βυθίζεσαι στην ζεστή σου κουβερτούλα, με ένα ζεστό στο χέρι και ονειρεύεσαι. Τα όμορφα και τα άσχημα που μπορεί να έρθουν. Προγραμματίζεσαι και ξεκινάς. Βάζεις στόχους, όχι πολλούς, αλλά σημαντικούς. Έτσι για να ξέρεις τι ακριβώς θέλεις και που βρίσκεσαι. Και ό, τι και να γίνει, εσύ θα μείνεις προσκολλημένος στο στόχο σου. Με επιμονή και υπομονή. Και καθώς θα εξελίσσεσαι εσύ, τόσο θα εξελίσσονται και οι στόχοι σου. Μαζί πάντα και ποτέ χώρια. Γιατί εάν αφήσεις για λίγο από τα χέρια σου το όνειρο – σχέδιο σου, θα χαθείς και εσύ. Κάθε προσανατολισμός και σχεδιασμός θα χαθούν στη δίνη της κρίσης.

Γι’ αυτό λοιπόν, μην τα παρατάς, μην ακούς τι λένε οι άλλοι. Κάνε ό, τι σου αρέσει και ό, τι ποθείς. Μόνο έτσι θα αγγίξεις και λίγο από την αληθινή ευτυχία, κάνοντας αυτά που λατρεύεις κάθε μέρα, έστω και από λίγο. Έστω και αν μην πληρώνεσαι. Δεν έχει σημασία. Αρκεί να το κάνεις.

Έτσι προσπαθώ και εγώ να κάνω. Λίγο κάθε μέρα, αν όχι πολύ! Γιατί τα όνειρα και τα σχέδια μάς κάνουν αυτούς που είμαστε. Και αν αποφασίσουμε να προχωρήσουμε με αυτά, τότε θα έχουμε πιο γεμάτη και πλήρη ζωή. Και αν αποτύχουμε με αυτά, θα πούμε τουλάχιστον ότι προσπαθήσαμε. Και η προσπάθεια σου μαθαίνει πολλά, για εσένα και τη ζωή σου, για τον κόσμο.

Ονειρεύομαι πάλι, αγναντεύοντας το κρύο και το αφιλόξενο τοπίο. Και ελπίζω. Για τώρα, για σήμερα και κάθε μέρα. Για εμένα, για τους άλλους, για τη χώρα. Για όλα. Ελπίδες αληθινές, δικές μου, ελπίδες με νόημα. Ελπίδες και πάλι ελπίδες.

Tuesday, October 11, 2011

Ένας σουρεαλιστικός παροξυσμός


Παρακολουθούσα τη συνέντευξη του Βενιζέλου στην «Ανατροπή» και αναρωτιόμουν πόσο πολύ μιλάει αυτός ο άνθρωπος όταν βγαίνει στην τηλεόραση. Το ‘λαικό’ προφίλ που έχει υιοθετήσει τώρα τελευταία και το α’ πληθυντικό, στο οποίο τοποθετεί και τον εαυτό του σε κάθε ευκαιρία καταντά εκνευριστικό. «Η πατρίδα μας… πρέπει να συνεργαστούμε… εμείς οι Έλληνες…» και πολλά άλλα. Το κοινωνικό αυτό προφίλ δεν πιάνει Βαγγέλη. Άργησες. Και άλλοι τα προσπάθησαν αυτά, και άλλοι ήθελαν να είναι κοντά στον Έλληνα πολίτη, αλλά λίγοι τα κατάφεραν. Βασικά νομίζω κανένας με απόλυτη επιτυχία.

Γιατί πολλοί είναι ψιλιασμένοι, δεν τους ξεγελάς εύκολα. Έχουν προπονηθεί σκληρά σε ατελείωτους αγώνες επιβίωσης, έχουν πληρώσει ήδη πολλά Βαγγέλη, άργησες. Είναι ήδη πονηροί, ίσως και μερικοί να είναι πιο πονηροί και από εσένα, με τα πτυχία και τις άπειρες οικονομικές σου γνώσεις. Ίσως αυτοί να είναι απλοί οικογενειάρχες που απλώς θέλουν μία ήρεμη και αξιοσέβαστη ζωή, σε μια χώρα δικαιοσύνης και διαφάνειας. Δε δελεάστηκαν από τα πλούτη και τη δόξα, την εξουσία που σας κατατρώγει σαν αδηφάγο αρπακτικό μέρα με τη μέρα. Και παίρνει και τις οικογένειες σας στο φαγοπότι, δεν τις αφήνει απ’ έξω, και όλα αυτά επειδή ΕΣΕΙΣ αφήσατε αυτό το αρπακτικό να κατασπαράξει τις ψυχές σας – και κατ’ επέκταση τις δικές μας - , όχι αυτοί.

Αλλά ποιοι είναι αυτοί οι ‘αθώοι’ και ποιοι αυτοί οι ‘ένοχοι’ αναρωτιέμαι. Αυτοί που δίνουν και την ψυχή τους για ένα καλύτερο αυτοκίνητο, για ένα i pad, για ένα σπίτι 300 τετραγωνικών και αυτοί που δίνουν όλο τους το είναι για την αγάπη, την οικογένεια, την ευγένεια, την ταπεινότητα, την αξιοπρέπεια και το συνάνθρωπο. Τα έχω δει και τα δύο σε ακραίες μορφές. Άνθρωποι που ζουν για να βγάλουν τα ‘πολλά’, για να λένε ότι έχουν, για να κοκορεύονται, για να δείχνονται, άνθρωποι που ζηλεύουν τα υπάρχοντα των άλλων, γιατί νομίζουν ότι από εκεί πηγάζει η ευτυχία. Μα πόσο γελασμένοι μπορεί να είναι πια; Πόσο πιο πολλά μπορεί να ποθούν από αυτά που ήδη έχουν;


Είμαστε κακομαθημένοι, δεν χωρεί αμφισβήτηση. Τα έχουμε όλα. Όλα τα καλά που για κάποιους άλλους φαντάζουν μακρινά. Δε θέλω όμως να προβάλλω τη δυστυχία κάποιων για να τονιστεί το πόσο καλοβαλμένοι είμαστε όλοι. Το ξέρουμε και το βλέπουμε. Το ζούμε καθημερινά. Απεριόριστο ίντερνετ, κινητό τελευταίας τεχνολογίας, καινούργια ρούχα, μουράτα τατουάζ, από δύο αυτοκίνητα, το ψυγείο γεμάτο, το σπίτι ζεστό, ο σκύλος χορτάτος. Δεν είναι έτσι όμως. πρέπει να ξυπνήσουμε με κάποιον τρόπο, να σκεφτούμε πόσο χαραμίζουμε τις ζωές, τα υπέροχα μυαλά μας και τη μόρφωσή μας σε πράγματα χωρίς ουσιώδες αξία, χωρίς μέλλον. Σε πράγματα άψυχα και νεκρά, απλά άχρηστα. Δεν αμφισβητώ την αξία της ζέστης και του γεμάτου πιάτου στο τραπέζι, και αυτά με κόπο τα αποκτάς. Εγώ αντιτίθεμαι σε όλα αυτά που μας πασάρουν, σε όλα αυτά που προωθούνται για εμάς χωρίς να ξέρουμε καν γιατί τα χρειαζόμαστε. Απλά μας λένε ότι τα χρειαζόμαστε. Και εμείς υπακούμε. Έτσι εύκολα και εύπεπτα. Στον πλούτο και στο χρήμα. Στα πολλά.





Και γκρινιάζουμε που δεν έχουμε λεφτά για καφέ ή για να αγοράσουμε τα καινούργια γοβάκια που είδαμε χτες. Μονάχα αυτά αξίζουν; Μονάχα αυτά μας συντροφεύουν; Αναρωτιέμαι. Και πιθανόν αναρωτιέστε και εσείς γιατί με έχει πιάσει τέτοια κρίση. Είπα και εγώ να μπω στο κλίμα, αλλά δεν νιώθω πλήρης. Νιώθω λειψή και άδεια. Γιατί; Γιατί τίποτα από αυτά δε με γεμίζει πια. Ποτέ δε με γέμιζαν η αλήθεια είναι. Νιώθω μισή γιατί μου λείπει το αληθινό και το όμορφο. Συναισθήματα και αξίες ξεχασμένες. Αυτά μου λείπουν και βλέπω πόσο πολλοί δεν τα εκτιμούν. Χανόμαστε στη δίνη της καθημερινότητας και της ευκολίας και δε βλέπουμε αυτό που είναι μπροστά μας. Τη χαρά και την ομορφιά σε κάθε ευκαιρία. Και ναι δε θα πάρω το αυτοκίνητο στη δουλειά σήμερα, θα περπατήσω, θα απολαύσω τη φύση που τέτοια εποχή κιτρινίζει και μαραίνεται, τόσο απλά και μαγικά. Θα γλυτώσω κάποια χρήματα από τη θέρμανση απλά παίρνοντας μια κουβέρτα, θα φορέσω τα παλιά μου τα γοβάκια και θα έχω το δικό μου στυλ, θα είμαι μοναδική, θα κάνω πράγματα που αγαπώ και που ποτέ δε ξεχνώ γιατί απλά δε θέλω να χαθώ. Ούτε τώρα, ούτε ποτέ. Να κάνω αυτά που μου αρέσουν και να αγαπώ τους συνοδοιπόρους μου όσο τίποτε στο κόσμο, τη φύση και τα θαύματά της, ακόμη και την ασχήμια αυτής της ζωής. Θέλω αισθήματα για να ζήσω, θέλω νόημα. Όχι λεφτά και αγαθά. Θέλω τα άυλα και όχι τα υλικά. Αυτά που μένουν στις καταθέσεις της καρδιάς και όχι των τραπεζών, τα αληθινά ‘διαμάντια’ της ζωής. 

Saturday, October 8, 2011

Τα φοιτητικά τα χρόνια δεν τα αλλάζω με τίποτα



Επισκέφτηκα την αγαπημένη Θεσσαλονίκη και έτρεμα στην ιδέα ότι μπορεί να είναι από τις τελευταίες. Όχι! Αρνούμαι να εγκαταλείψω να έρχομαι έστω κάθε μήνα, αρνούμαι κατηγορηματικά. Περπατούσα και χάζευα τα μαγαζιά και τους πολυπερπατημένους δρόμους, τα στενάκια και τις όμορφες βιτρίνες που γέμισαν πάλι από χειμωνιάτικα και ζεστούλικα ρούχα.

Εγώ όμως δεν είμαι εκεί, είμαι ένας επισκέπτης, ένας τουρίστας. Άλλη μία απλή επαρχιώτισσα που ήρθε για βόλτα στη συμπρωτεύουσα! Τίποτε παραπάνω και τίποτε λιγότερο. Και μου έρχονται όλα τα ωραία στο μυαλό. Περπατώ και ονειρεύομαι την πόλη όπως ήταν στο μυαλό μου, η πόλη μου και όχι η συμπρωτεύουσα. Δεν ήταν, δεν είναι και δε θα είναι ποτέ μία πόλη σαν όλες τις άλλες. Εκεί γνώρισα τη ζωή με τον άσχημο και τον καλό τρόπο. Εκεί έκανα φίλους που αξίζουν και είδα ανθρώπους να κοροϊδεύουν τους ίδιους τους τους εαυτούς για να είναι αρεστοί. Και τέλος πάντων γνώρισα πολλά όμορφα, περίεργα, αξιοθαύμαστα, ψεύτικα και αληθινά άτομα.  Τους έμαθα και με έμαθαν.

Δύσκολα την ξεχνάς αυτή τη φοιτητική ζωή, πόσο μάλλον αν την εγκατέλειψες απότομα. Έφυγα για τις μακρινές Αυστραλίες και όταν γύρισα βρήκα όλα μου τα πράματα στοιβαγμένα σε κούτες. «Ρε μάνα που πήγαν τα αγαπημένα μου παπούτσια;» ούρλιαζα. Προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω ότι η φοιτητική ζωή με είχε χαιρετήσει πολύ πιο πριν προλάβω να τη χαιρετήσω εγώ. Εγώ το κατάλαβα με τον πιο άσχημο τρόπο, τόσο τα Χριστούγεννα, όσο το ρημαδοκαλοκαίρι του 2011. Από τα χειρότερα και τα καλύτερα της ζωής μου. Έτσι είναι όμως η ζωή. Τα καλά και τα άσχημα δε διαθέτουν χρονοδιακόπτες και ρυθμιστές έντασης. Έρχονται ακάλεστα και τα δύο. Στην ομορφότερη περίοδο της ζωής σου, μπορεί να ζήσεις και τη χειρότερη. Έτσι απλά.

Έτσι απλά τελειώνουν και τα όμορφα. Πέντε χρόνια απερίγραπτων στιγμών σε Θεσσαλονίκη, Σύδνευ, Εσκισεχίρ, Κοζάνη. Και ποιος ξέρει που αλλού; Εγώ όμως σήμερα στέκομαι στη Θεσσαλονίκη γιατί σαν αυτή δεν υπάρχει καμία άλλη! Και είναι τόσο περίεργο που όλοι οι μεγαλύτεροί σού λένε, τα φοιτητικά τα χρόνια ζήσε τα όσο μπορείς γιατί θα είναι τα πιο ωραία! Τώρα αντιλαμβάνομαι την ουσία και τη σημασία αυτών των λέξεων… γιατί ήταν τα πιο ωραία. Και τα πιο αξέχαστα. Δε συγκρίνω σε καμία περίπτωση Αυστραλία, πόσο μάλλον Τουρκία! Η κάθε χώρα με τη μοναδικότητά της και τους ανθρώπους που με συνόδεψαν σε αυτά τα ταξίδια… ανθρώπους που είναι ακόμη εδώ, δίπλα μου και με στηρίζουν. Ανθρώπους μοναδικούς και αξέχαστους, ανθρώπους δικούς μου.


Και φεύγω πάλι, είμαι στο λεωφορείο για Κοζάνη και αναρωτιέμαι πότε θα ξαναεπισκεφτώ τη Θεσσαλονίκη μου. Ίσως την επόμενη εβδομάδα λέω στον εαυτό μου. Και περνούν οι μέρες και οι εβδομάδες και περνούν οι αναμνήσεις και οι σκέψεις, στη δίνη του χρόνου που άθελά του μας ξεσηκώνει στο απέραντο κενό που χαρακτηρίζει το μέλλον μας.

Friday, September 16, 2011

Wake me up when September ends


Μία βόλτα αρκεί να σε κάνει να σκεφτείς, να αναλογιστείς, να αναθεωρήσεις, να δεχτείς  μικρές και μεγάλες αλλαγές. Λίγος καθαρός αέρας σε τονώνει, λίγη φύση σε χαλαρώνει. Δύσκολο πράγμα ο Σεπτέμβρης, τουλάχιστον  για μένα. Τα τελευταία πέντε χρόνια είτε θα είχα εξεταστική είτε θα χαλάρωνα με φίλους βολτάροντας στη Θεσσαλονίκη. Για να θυμηθώ τα σχολικά χρόνια, ήταν άλλη αίσθηση. Αυτή η μυρωδιά του καινούργιου βιβλίου, αυτή η ανυπομονησία για το μάθημα – που στην πορεία μετατρεπόταν σε βαρεμάρα – αυτό το γνωστό – άγνωστο συναίσθημα.

Αυτός ο Σεπτέμβρης είναι όμως διαφορετικός. Πολύ διαφορετικός και δύσκολος. Σημαντικές αποφάσεις πρέπει να παρθούν και δεν παίρνονται, σημαντικές κινήσεις πρέπει να γίνουν και δε γίνονται. Όλα κολλούν για κάποιο λόγο, όλα σταματούν. Σαν να περιμένω ότι κάτι θα γίνει, σαν να αναμένω την αλλαγή χωρίς όμως να προσπαθώ. Τι έγινε; Τι συνέβη; Απάντηση δεν έχω, μόνο συναισθήματα. Ανάμεικτα και ζοφερά που με κρατούν πίσω. Σε ένα παρελθόν και σε ένα παρόν που δεν μπορώ να ζήσω. Σε μία πραγματικότητα ψεύτικη. Και περνούν οι μέρες άδειες χωρίς νόημα πια. Γιατί η δειλία σε κρατά πίσω, ο φόβος και η ανασφάλεια σε εμποδίζουν.

Που πήγαν οι χαρούμενες μέρες, τα γέλια και οι χαρές; Τα όνειρα και οι φιλοδοξίες; Κάπου εκεί χαμένα και αυτά, στη δίνη του χρόνου και της σκέψης. Θέλω να ξυπνήσω από αυτόν το λήθαργο που μόνη μου με έβαλα μέσα του, να ακούσω τις φωνές που με παροτρύνουν και με ωθούν σε κάτι παραπάνω. Δεν το κάνω όμως. Ούτε εσένα άκουσα και τώρα το μετανιώνω. Δεν μπορώ, κάτι με  κρατά πίσω φυλακισμένη σε έναν κόσμο που έχτισα για μένα και τώρα δεν μπορώ να αποφύγω. Σε ένα οχυρό ψεύτικων και ανίδεων ελπίδων, ανύπαρκτων προσδοκιών.

Και περιμένω μήπως και κάτι αλλάξει, μήπως κάτι συμβεί και μπορέσω να ελευθερωθώ, να ξεφύγω από αυτά που με κρατούν πίσω. Ξέρω τι φταίει και δεν το παραδέχομαι, αδυναμίες και φόβοι οι αιτίες, αδυναμίες που δύσκολα ξεπερνιούνται μα γιατί; Αναρωτιέμαι και αναρωτιέμαι χωρίς απάντηση, χωρίς ουσία και λόγο. Και όλα σταματούν για άλλη μία φορά στον κεφάλι μου, δε σκέφτομαι, δε ζω. Δεν ελπίζω.

Και θυμάμαι για να ξεχαστώ και να κοιμηθώ και λίγο. Τις ατέλειωτες όμορφες βραδιές και σκέψεις, τις αναμνήσεις που θέλω να κρατήσω και για κάποιο λόγο το νόημα τους μου ξεφεύγει. Και κάπου εδώ αφήνομαι στο χρόνο και απομακρύνομαι σε όνειρα που θα ήθελα να κάνω και σχέδια που ετοιμάζονται. Από μένα ή κάποιον άλλον δεν έχει σημασία πλέον. Εγώ εδώ θα προσπαθώ όσο και αν η πίστη χάνεται, όσο και αν η πνοή μου φεύγει, όσο και αν δε βρίσκω νόημα πια. Εδώ στα λημέρια τα παλιά και τα γνώριμα. Τα άχαρα και τα λίγο όμορφα, γιατί έχουν κάτι δελεαστικό και τολμηρό, κάτι γνώριμο και ζεστό. Μία αγκαλιά, μία λέξη, μία ανάμνηση. Όλα εδώ. 

Monday, September 5, 2011

Η μοναδικότητα ενός συναισθήματος


Στον κόσμο έχουν γραφτεί βιβλία για τα πάντα. Οτιδήποτε μπορούσε να γραφτεί και να εκφραστεί από τον άνθρωπο, έχει γίνει πραγματικότητα. Ακόμη και για τα συναισθήματα έχουν γραφτεί πολλά. Πολλοί τρόποι να τα περιγράψεις, να τα γράψεις, να τα αναλύσεις, να τα εκφράσεις, να τα ζήσεις. 

Όμως είναι ένα συναίσθημα που είναι πάντα το ίδιο. Σε κατακλύζει πάντα με τον ίδιο τρόπο, το εκφράζεις με τον ίδιο τρόπο, όσο διαφορετικός άνθρωπος και αν είσαι. Ίδιες σκέψεις, ίδιες εμμονές. Είναι ο έρωτας, η αγάπη. Όλο σου το είναι ‘τρέμει’ από ευτυχία και δυστυχία συνάμα, όλη σου η ψυχή λαχταράει ένα μόνο πράγμα, να ξαναδείς, να ξανανιώσεις, να αγαπήσεις και να αγαπηθείς. Η ύπαρξή σου εξαρτάται από μία μόνο λέξη, αυτό το σ’ αγαπώ. Με όλο σου το είναι το περιμένεις. Το αναμένεις.

Οι μέρες περνούν άχρωμες και χλωμές, άγευστες και άοσμες, γιατί είσαι μόνος σου, δεν έχεις όλα εκείνα που πάντα ήθελες, μια αγάπη, ένα βλέμμα. Και περιμένεις. Θα έρθει σου είχε πει και την πίστεψες. ‘Μα πόσο να περιμένω άλλο’ αναρωτιέσαι. Θέλεις να έρθει να σε πάρει, να σε πάει σε αναμνήσεις ξεχασμένες, σε χρόνια μακρινά, σε ατελείωτα μονοπάτια και διαδρόμους, σε αχαλίνωτες σκέψεις, σε όλο νόημα συναισθήματα, σε όλο ψυχή μέρη. Και θα έρθει, θα έρθει, γιατί στον έρωτα και στην αγάπη, η ελπίδα είναι αθάνατη, η προσμονή είναι ατελείωτη, οι ευχές είναι πολλές και το συναίσθημα ένα. 

Και είσαι πολύ ρομαντικός για άντρας σου λένε όλοι, μα δεν έχει σημασία σκέφτεσαι, δεν έχει. Πάνε αυτές οι παλιές αντιλήψεις, εγώ εδώ θα εκφραστώ και θα δείξω την αδύναμη πλευρά μου, αυτή που τρέμουν όλοι από τους ίδιους τους εαυτούς τους. Μία λέξη, μία χειρονομία φτάνουν για να συμφιλιωθείς με τον εαυτό σου όπως στα αλήθεια είναι και νιώθει όταν ερωτεύεται.

Και ένα δάκρυ κυλάει από την άκρη του ματιού σου, όλη σου η ψυχή και η δύναμη ενός συναισθήματος βρίσκεται σε αυτό το δάκρυ. Χάνεται στο πρόσωπό σου, όπως χάνεσαι και εσύ στον εαυτό σου. Δακρύζεις πάλι και έλεγες δεν θα το ξαναέκανες. Σ’ αυτό το δάκρυ κρύβονται πολλά, όλα όμως φανερώνονται αργά η γρήγορα γιατί δεν κρύβεται το ίδιο το δάκρυ, είναι αναπόφευκτο. Όπως όλα στη ζωή. Όσο και να αποφεύγεις τον πόνο έρχεται ξανά και ξανά γιατί απλά πρέπει να τον ζήσεις, γιατί απλά αυτός είναι που φέρνει και την ευτυχία αργά η γρήγορα. 

Friday, August 19, 2011

Μα απ' όλα περισσότερο...


Κείμενο: Εύη Διακουμή

-Είναι δύσκολο να ζεις όχι πολύ μακριά από εκεί που η ατυχία χτυπούσε τις πόρτες για χρόνια.
-Έλα τώρα..τα πράγματα γίναν πολύ καλύτερα στο μέλλον του τότε και έπειτα, ο άνθρωπος εύκολα ξεχνάει.
Μα όλα είναι εκεί. Αυτά και άλλα πολλά που κάποτε φαντάστηκες. “Μες το κλειστό δωμάτιο υπάρχουν όλα”!
-Τα βράδια συνήθως σε ακούω που στριφογυρίζεις στο κρεβάτι. Τι σκέφτεσαι;
-Σκέφτομαι πως παλιά έγραφα μέχρι και ποιήματα. Τώρα δεν έχω κέφι να γράψω και πολλά.
-Χαμένος κόπος. Εσύ ποτέ δεν άφησες κανέναν να τα δει. Δεν πιστεύεις στο ότι θα σε πιστέψουν και έπειτα, μια απλή επιβεβαίωση, ένα μπράβο δεν αρκεί. Χάνεται η μαγεία. Η μαγεία του μυστικού.

Και κάπως έτσι ξυπνάς νωρίς το πρωί για να κλέψεις λίγες στιγμές από τη ζωή ενός άλλου.
-Αυτά είναι καινούργια όμως...Παλιά; Πού πήγε το “παλιά”;
-Είναι κοντά. Ένα τετράγωνο δρόμος. Αποφεύγω να περνάω από εκεί. Φοβάμαι μη βγει ένα χέρι και με ξαναρίξει εκεί μέσα.

Ο απόηχος φέρνει τη σιωπή. Και το καυτό νερό που τρέχει απ’ τους τοίχους.
-Κάτι μου θυμίζει αυτό..
-Το είχα δει σε κάποιο όνειρο. Πνιγόμασταν ζωντανοί, χωρίς ανάσα. Όλα ξεκινούσαν τότε.
-Μην κάνεις έτσι. Ίσως να έφταιγε η μοναξιά της εποχής.
-Όταν ακούσεις την μοναξιά να έρχεται, πες της πάντα ψέματα. Θα σε πιέσει να της διηγηθείς να νέα της ημέρας και τέλος, μαζί σου θα γελάσει. Έτσι έλεγα τότε. Με κάποια από εκείνα τα νέα ακόμα γελάει η κουφάλα.

Το τετράδιο βρίσκεται αυτή τη στιγμή στα χέρια μου ανοιγμένο μετά από χρόνια. Αυτό είναι κάτι από μόνο του ανησυχητικό.
-Θα με βοηθήσεις;
-Ναι γιατί όχι. Μπορεί να είμαι ανίκανος να βοηθήσω οποιονδήποτε, όμως προσπαθώ ειλικρινά.
Τις πιο νωπές τις μνήμες πρέπει να ξεσκονίζουμε πρώτα, έτσι δεν είναι;

Έτσι είναι. Δύο πόρτες και πέντε κάγκελα έγραψαν άλλη μια ιστορία μέσα στη δική μου μικρή ιστορία.
-Τί μένει εκεί;
-Ο ήσυχος πεζόδρομος και ένας αέρας γνώριμος. Μουσική παντού και πάντα. Και λίγη σκόνη.
Και τα λουλούδια που θα κοιτάω μήπως και τύχει και βρεθούν μπροστά του. Πέρασαν χίλια χρόνια από την Τρίτη εκείνη. Το ελέγχω.

Έγιναν όλα για κάποιο λόγο από αυτούς που δήθεν κυνηγούσες; Παλινδρομούν. Έρχονται σε ισοπαλία.
-Στεναχωρείς κι εμένα, μου είπανε προχτές. Αγαπάω τους ανθρώπους και δεν θέλω να υποφέρουν. Όμως αυτοί από μένα διαφέρουν. Δύσκολο;
-Εύκολο για μένα γιατί είμαι απέναντι, να απαντώ σε σένα.
-Τι θα γίνει πάλι φέτος; Ο χειμώνας θα φύγει σαν καφές ελληνικός και σκέτος.
-Έτσι θα είναι τώρα; Όλα να μας πειράζουν;


-Στο ΄πα ξανά. Το 'πα ξανά. Δεν μασάω όπως παλιά. Δεν ξαναφοράω μαύρα. Εκείνα που θυμάσαι πρέπει πια να είναι χώμα. Όμως ας ξέρεις...Απ' όλα περισσότερο, αυτό που με πειράζει είναι την απουσία Τους πως πάω να συνηθίσω.

Wednesday, August 10, 2011

Σκέψεις στο σκοτάδι


Τα τζιτζίκια ουρλιάζουν και εγώ κάθομαι να ξαναγράψω, λες και έχω κάποια προθεσμία και πρέπει να προλάβω, λες και έχω κάποιο ραντεβού. Αναρωτιέμαι έχω; Ναι με τον εαυτό μου απαντώ. Γιατί γράφοντας απελευθερώνεσαι και πολλοί το νιώθουν αυτό. Πολλοί «ανακουφίζονται» συναισθηματικά γράφοντας, όπως μερικοί πίνοντας, μαλώνοντας, φωνάζοντας. Εγώ ανήκω στην πρώτη κατηγορία ανεπιστρεπτί.

Καλοκαιρινές αμέριμνες βραδιές περνούν ανεπαίσθητα πάνω από το κορμί μου και ακόμα δεν έχω ζήσει τα καλοκαιρινά μου ραντεβού όπως θα έπρεπε, απλά τα αναμένω. Με μια λαχτάρα και μία προσμονή ανείπωτη. Στην καρδιά μου ομολογώ ξεχνιέμαι, λες και  δεν περιμένω κάτι. Και όμως περιμένω και περιμένω. Οι αμμουδιές και οι παραλίες με ξεχάσανε και έπειτα τις ξέχασα και εγώ. Έτσι απλά και ανώδυνα σα να περνά το καλοκαίρι . Σα να μην ήρθε ποτέ σε μία πόλη που με κουράζει και με εξασθενεί. Με βάζει σε λήθαργο λες και το κάνει επίτηδες. Για να μην νιώσω λέει το καλοκαίρι αυτό, να μη με αγγίξει.

Αλλά πλέον τελείωσε και αυτό, με άγγιξε. Τα τζιτζίκια ουρλιάζουν και τα κουνούπια οργιάζουν στο σώμα μου πριν καν προλάβω να σκεφτώ ότι με τσιμπούν. Και περνάει η ώρα και ξεχνιέμαι. Ξεχνιέμαι και ξεχνάω γιατί ξεκίνησα και πού πάω. Ποια βάρκα θα έπρεπε να με πάρει και με ξέχασε, ποιος άνεμος θα έπρεπε να με ταξιδεύει και με έχασε, ποιος έρωτας θα έπρεπε να με είχε αγκαλιά και με άφησε. Μόνη και άγνωστη στο πλήθος, μόνη και αγνώριστη.

Θα έρθει όμως και η σειρά μού λέω κάθε βράδυ και περιμένω καρτερικά. Να ανοίξει η πόρτα το πρωί και να έρθεις με χίλιες αγκαλιές μόνο για μένα, με εκατοντάδες φιλιά που μου ανήκουν, με χιλιάδες συναισθήματα να με κατακλύζουν. Και η αναμονή δεν έχει όριο. Η υπομονή όμως έχει και εγώ είμαι διατεθειμένη να τα ξεπεράσω και αυτά, όπως ξεπέρασα τον ίδιο μου εαυτό στη διάρκεια των αιώνων μου. Στη διάρκεια των ατέρμονων σκέψεων και των άπειρων λέξεων. Σε όλα αυτά που με στιγματίζουν και σε αυτά που δεν περνούν. Στα στενάκια του μυαλού που ντύνονται με συναισθήματα, άλλοτε άσπρα και άλλοτε μαύρα, ποτέ γκρι. Και μου το’ χαν πει κάποτε. Ισορροπία.

Και έρχομαι αντιμέτωπη με όλα αυτά που θα γίνουν και με αυτά που θα μπορούσαν να γίνουν και χάνομαι. Για άλλη μια φορά χάνομαι στη νύχτα και τα άστρα μου. Και ποντάρω μέρες και ώρες χαμένη παντού. Ποντάρω εμένα για σένα, για όλους όσους πέρασαν και θα περάσουν από το διάβα μου, για όσους χάθηκαν, αγαπήθηκαν, μισήθηκαν, λατρεύτηκαν. Ποντάρω ζωή και αγάπη, χωρίς να ξέρω αν θα κερδίσω. Αλλά τι σημασία έχει; Οι νίκες θα είναι λίγες και θα ξέρω ότι όταν ερωτηθώ δε θα διστάσω να σκεφτώ τι έχασα, γιατί στην πορεία θα έχω ήδη κερδίσει πολλά και ανεκτίμητα. Και η ζωή δε θα έχει χαραμιστεί άδικα. Εγώ θα έχω παίξει την παρτίδα μου ελεύθερη και ερωτευμένη. Και τα τζιτζίκια θα συνεχίσουν να ουρλιάζουν κάθε βράδυ, όσο εγώ θα χάνομαι στη σκέψη μου. Καληνύχτα. 

Wednesday, August 3, 2011

Ένα όνειρο, χίλιες πραγματικότητες


Έξω βρέχει, κάνει κρύο και εσύ δεν είσαι εδώ να με πάρεις αγκαλιά και να με σφίξεις. Και κάτι τέτοιες μέρες θυμάμαι αυτά που πέρασαν και έζησα, μαζί σου αλλά και χώρια σου. Ταξίδια σε άλλες χώρες μακρινές και ονειρεμένες… Και τώρα είμαι εδώ σε τόπους που δε με «χωρούν». Σε τόπους που μεγάλωσα αλλά δε με νοιάζει, δεν τους θέλω.

Και κάθομαι και πίνω, πίνω τις αναμνήσεις από παλιές φωτογραφίες, ρουφάω χαρά και ταξίδια μέσα από χαμένες φωτογραφίες. Έτσι ταξιδεύω πλέον, κοιτώντας παλιές φωτογραφίες. Και δεν είσαι εδώ. Και εγώ ουρλιάζω από ενοχή που δεν μπορώ να είμαι εκεί να σε αγκαλιάζω. Να σε κοιτάω για ώρες ολόκληρες, να μιλάμε για τα παλιά και να σχεδιάζουμε τα καινούργια.

Σα να μην έπεφταν ποτέ
Σήμερα κοιτούσα τον ουρανό και σκεφτόμουν. Μετά τη βροχή υπήρχε στην ατμόσφαιρα ένα χρώμα κίτρινο λες και βρισκόμασταν σε μία γυάλα και το φως του ήλιου δεν μπορούσε να μας φτάσει… και τα σύννεφα είχαν καταταχτεί σε σειρά, στρογγυλά και αφράτα λες και περίμεναν μα πέσουν στο έδαφος σαν χιονοστιβάδες. Χιονοστιβάδες που με το που πέσουν θα εξαφανιστούν από τη μιζέρια που περιβάλει αυτόν τον κόσμο. Γιατί κανείς δεν ονειρεύεται πλέον.

Και περπατώ μέσα σε αυτήν τη γυάλα και νιώθω ξένη, σαν κάποιος να με έριξε σε ένα όνειρο χωρίς τέλος, σε έναν ύπνο βαθύ χωρίς ουσία. Να προσπαθώ να ξυπνήσω μα τίποτα. Να μην μπορώ να κουνήσω χέρια και πόδια. Μόνο το μυαλό μου να ουρλιάζει για άλλη μία φορά για το πόσο σε αγαπάει και πόσο θα ήθελε να ξυπνήσει από αυτόν τον λήθαργο και να αντικρύσει τα μάτια σου και το χαμόγελό σου. Και δεν μπορώ, δε κουνιέμαι. Σα μια σκιά να με πατά στο στήθος και να μη με αφήνει να ζω. Με παραλύει και με απομακρύνει από εσένα και από καθετί που αξίζει να παλέψεις σε αυτόν τον κόσμο.

Και ξυπνάω ιδρωμένη, μπερδεμένη εάν αυτό που μόλις ονειρεύτηκα ήταν δικό μου όνειρο ή αλλουνού, μπερδεμένη εάν έγινε ποτέ. Κοιτώ δίπλα μου και είσαι εκεί. Κοιμάσαι τόσο ήρεμα σα να μην άκουγες τις ατελείωτες κραυγές μου όλη νύχτα. Σηκώνομαι και αισθάνομαι κάτι στο πάτωμα. Κάτι παλιές φωτογραφίες πεταμένες από εδώ και από εκεί. Χαμένες στο χρόνο, από χώρες μακρινές και ονειρεμένες. Από χώρες που ξεπερνούν τα όρια των ονείρων. Και τότε κατάλαβα. 

Wednesday, July 27, 2011

Ένας πλανήτης στην τροχιά μου


Είναι η πραγματικότητά μου πλέον, κάθε φορά που θα σε βλέπω θα σε θέλω και πιο πολύ. Τι και αν μας χωρίζει γη και χάος; Εσύ είσαι εδώ, ζεις μέσα μου και ας είσαι μακριά μου. Διανύω χιλιόμετρα όταν σε σκέφτομαι γιατί με ταξιδεύεις ως το τέρμα του ουρανού και τον πάτο της θάλασσας, μέχρι τα άστρα και τους πλανήτες μου.

Είσαι ο δορυφόρος για τον πλανήτη μου και εγώ το αστέρι σου. Έχουμε βγει και οι δύο εκτός τροχιάς, όμως σύντομα θα συγχρονιστούμε. Γιατί είμαστε για μια ζωή συνδεδεμένοι, για έτη φωτός προγραμματισμένοι να γυρίζουμε ο ένας γύρω από τον άλλο. Και τρέχει ο χρόνος και τρέχουν τα λόγια, σαν πεφταστέρια. Σε θυμάμαι να γελάς και δακρύζω. Και όταν εγώ δακρύζω μαυρίζει ο ουρανός μου και κλαίνε οι θάλασσές μου. Γιατί έτσι αντιδρώ στις απότομες κλιματικές αλλαγές που επιφέρεις στο οικοσύστημά μου με τα φαινόμενά σου, σε ολόκληρο το σύμπαν μου.

Όταν με κοιτάς
Ανθίζω
Και γελώ όταν έρχεσαι προς το μέρος μου, χαμογελώ και ανθίζουν τα πάντα γύρω μου, είσαι ο ήλιος για αυτόν τον «πλανήτη», η ζωή και το φως που δεν είχε ποτέ. Και ξεχειλίζω από ζωντάνια και φωνή, από έμπνευση και πάθος και όλα αυτά γιατί σε ξέρω. Γιατί ήρθες έπειτα από μία εποχή τρομερών παγετώνων και μουσώνων, έπειτα από κατακλυσμούς και πλημμύρες. Και μαζί ζούμε τα δικά μας φαινόμενα. Δημιουργούμε «ζωή».


Μη με αφήσεις να πέσω σε λήθαργο πάλι, όχι στο κενό. Οι πλανητικές μου λειτουργίες παραλύουν, τα άλλα άστρα δεν αντέχουν άλλο, ο ήλιος δε λάμπει πια για μένα, περιμένει το δικό σου το φως και τη δική σου λάμψη…

Και συνεχίζω να μιλώ στον εαυτό μου λέγοντας ότι εσύ είσαι ο δορυφόρος και η σελήνη μου, τα άστρα και όλοι οι πλανήτες μου, το σύμπαν μου όλο, ο ήλιος μου. Και εγώ ένα απλό ουράνιο σώμα που ταξιδεύει στον αχανές γαλαξία σου. 

Friday, July 22, 2011

Μάτια ερημικά περιμένουν


Έτσι θα ανθίσω και εγώ

Είμαι εδώ για σένα. Έλα να με πάρεις. Είμαι εδώ σε μια έρημο σε κάποια μακρινή ήπειρο να φαντάζομαι τις οάσεις της άφιξής σου. Να φαντάζομαι τη δίψα μου για αγάπη να εξαφανίζεται και το ηλιοκαμένο μου κορμί να ανακουφίζεται με το άγγιγμα σου. Και όταν θα σε δω δε θα νιώθω τίποτα το βασανιστικό, μόνο αγαλλίαση ότι είσαι και πάλι κοντά μου.

Και δε θα σε αφήσω να φύγεις από την έρημο μου γιατί τότε θα μεταμορφωθεί σε όαση συναισθημάτων. Σε ένα παράδεισο ονειρικό και συνάμα εξωπραγματικό. Εκεί που έβλεπες ερημιά και ξηρασία τώρα θα μεταμορφώνεται σε αυτό που πάντα ονειρευόμουν, σε μία πανδαισία αρωμάτων και  ονείρων. Η ξηρή και στεγνή άμμος θα έχει γίνει αυλάκι με καθάριο νερό να ποτίζει κάθε άκρη της απέραντης αυτής γης του μυαλού μου. Δε θα υπάρχει γωνιά που να μη νιώσει τη δύναμη της αγάπης αυτής. Όλα θα έχουν γίνει ένα με τη γη και τον ουρανό.

Θα παίρνω δύναμη από τη ματιά σου και θα μεταμορφώνω κάθε τι που μαράθηκε και πέθανε μέσα μου. Αναμνήσεις και συναισθήματα που είχαν ξεραθεί θα ξαναγεννηθούν φρέσκα και πιο δυνατά από ποτέ, σαν κάτι ρίζες παλιών δέντρων που όσα χρόνια και αν είναι ξηρά, λίγο νερό να τους ρίξεις μεγαλώνουν ξανά για άλλη μία αιωνιότητα. Γιατί απλά θα δουν εσένα που τόσο λαχταρούν.

Τώρα όμως τριγυρνώ με ρούχα παλιά και φθαρμένα από το χρόνο στην έρημο αυτή που έχω φτιάξει μέσα μου. Κοιτώ μπροστά και δε βλέπω τίποτα παρά αχανές ερημιά. Και η ζέστη με καίει και με εξασθενεί. Και ξέρω ότι θα σε δω στο τέλος της διαδρομής μου αναγεννημένο, έτοιμο να με ταξιδέψει σε γαλάζιους ατέρμονους ουρανούς, σε οάσεις χωρίς τέλος, σε χώρες ονειρικών διαστάσεων, σε μία κατάσταση λήθης και ηρεμίας, σε έναν παράδεισο.

Και όταν σε βρω θα πέσω στα χέρια σου, θα λιποθυμήσω από εξάντληση. Και εσύ θα απορήσεις ποια είναι αυτή η κουρασμένη γυναίκα μέσα σε αυτήν την ερημιά; Εγώ την αγάπη μου έψαχνα. Και τότε θα με δεις και θα καταλάβεις ότι η μοναξιά και η απουσία σου με κατάντησαν έτσι και θα μου υποσχεθείς ότι δε θα με αφήσεις ποτέ ξανά, ότι θα είσαι στο πλάι μου για πάντα, ακόμη και αν περπατάμε στην έρημο που χτίσαμε μαζί για μια ζωή. 

Tuesday, July 19, 2011

Μια γριά ξεμωραμένη

Και θα κάθομαι μέρα και νύχτα, μέρα και νύχτα και θα σε περιμένω μέχρι που θα ‘χω γίνει γριά και άσχημη και θα κοιτιέμαι στον καθρέφτη και θα απορώ με τον εαυτό μου, γιατί δε θα θυμάμαι πια ποιον και γιατί περιμένω. Με τους εφιάλτες του Αλτσχάιμερ να με περικυκλώνουν εγώ θα θυμάμαι μόνο το συναίσθημα, αυτό της αγάπης και του έρωτα, αυτό της αιώνιας αναμονής. Με αυτό θα κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα και ας μην ξέρω πλέον το λόγο για τον οποίο περιμένω, και ας μη νιώθω την ίδια μου την οικογένεια, εσένα θα σε νιώθω, ακόμη και από μακριά, ακόμη και αν δε θυμάμαι σου λέω ποιος είσαι.

Και εγώ εκεί στην καρεκλίτσα μου τη σάπια που θα τρίζει θα περιμένω, ακούγοντας τη μουσικούλα μου και χαχανίζοντας με αναμνήσεις χαμένες. Αναμνήσεις που δε θα ξέρω πια αν είναι δικές μου ή αν παράπεσαν από κάποιον άλλο. Μάλλον κάποιου άλλου θα είναι θα λέω στον εαυτό μου. Εγώ να έχω κάνει όλα αυτά στη ζωή μου αποκλείεται, εγώ ήμουν πάντα δειλή και άτυχη. Και θα κοιτώ τις φωτογραφίες μου νέα και θα λέω ποιος τις ξέχασε αυτές εδώ πάλι; Δεν είμαι εγώ, αλλά κάποια που μου μοιάζει, δε μπορεί. Εγώ ήμουν πάντα δειλή.

Και θα θυμάμαι ό, τι περίσσεψε. Καινούργιο ή παλιό δε θα έχει πλέον σημασία γιατί θα είναι χαμένο στο χρόνο και στη λήθη. Θα είναι απλώς περισσευούμενο. Και εγώ θα έχω ζήσει τη ζωή μου αλλά δε θα το θυμάμαι. Θα θυμάμαι μόνο που περίμενα εσένα να έρθεις να με πάρεις και να με σώσεις από τον πύργο που με έχουνε κλείσει. Και ας έχουνε αφήσει την πόρτα ανοιχτή. Και ας μην είμαι κλειδωμένη. Εγώ θα έχω μείνει με αυτό το συναίσθημα της αιώνιας αναμονής. Και η ζωή μου θα έχει περάσει χωρίς να την έχω ζήσει ή τουλάχιστον έτσι θα σκέφτομαι διότι οι μνήμες μου θα είναι συγκεχυμένες από την αρρώστια και τα τόσα φάρμακα που θα παίρνω.

Και σα γριά και εγώ θα σχολιάζω παλιμπαιδίζοντας τα νέα ζευγαράκια που θα περνούν από το κατώφλι μου και θα σκέφτομαι αχ που να ‘ ναι και ο δικός μου αγαπημένος; Και θα περιμένω ακόμη μία ζωή για την αγάπη που δεν ήρθε ποτέ, για την αγάπη που την έχασε  ο χρόνος, για την αγάπη που μαράθηκε στα συντρίμμια μιας απόστασης που ποτέ δεν μίκραινε, αλλά αντίθετα όλο και μεγάλωνε, μέχρι που έγινε μία χαράδρα μέχρι εκεί που φτάνουν τα όνειρα και ο νους ξεχνά.


Monica – to no avail

Where's that day?
Time has covered it with dust
Far away, as far away as I can run
I'll be expecting you, expecting you
To fill me with a hug
I'll be remembering your eyes, remembering
The greatest things they swear

Hide the sun, hide the sun
Before I cry
Cause I don't dear
Never dear to do the night
Whenever memories rebuilt the faith
You'll be calling feeling in the air
And I'll be waiting day and night
I'll be waiting day and night
I'll be waiting for you every day and night
I'll be waiting every day and night

You're in the air
Everywhere I go I need your side

You're in the air
Everywhere I go I need your side

Sunday, July 17, 2011

L'âge de raison

Πολλοί άνθρωποι μεγαλώνοντας χάνουν κάτι τόσο ανεκτίμητο και σημαντικό που πολλές φορές δεν καταλαβαίνουν ότι το έχασαν παρά μόνο σε κάποιες δύσκολες στιγμές στη ζωή τους. Κάτι τους έκανε να το χάσουν και να το ξεχάσουν.

Είναι αυτό το αίσθημα, το συναίσθημα που δεν πρέπει ποτέ να χάσει κάποιος. Αυτή η παιδικότητα στην καρδιά. Το να είσαι «παιδί» στη ζωή νομίζω είναι ό, τι πιο σημαντικό. Να παίρνεις τα πράγματα στη ζωή με το μυαλό που τα παίρνει ένα δεκάχρονο. Δεν εννοώ με ανωριμότητα και ανευθυνότητα, αλλά με μία ελαφρά αδιαφορία, με ένα χαζούλικο χαμόγελο και ένα αθώο γελάκι. Να αφήνουμε πίσω μας τους παραλογισμούς της ενηλικίωσης που μας στοιχειώνουν και να βλέπουμε τις ωραίες αυτές λεπτομέρειες της ζωής όπως τις προσέχαμε μικρά. Ένα ουράνιο τόξο στον ουρανό μπορεί για κάποιον να είναι απλά ένα φαινόμενο, για μένα όμως θα προκαλεί πάντα τρελά όνειρα και συνάμα τη φαντασία μου.

Μέσα από τα παιδικά μου όνειρα ζω

Κάτι σύννεφα στον ουρανό με ταξιδεύουν, γελάω με το παραμικρό και προσπαθώ να ζω ανέμελα όσες υποχρεώσεις και αν έχω, όσες έννοιες και αν με τυραννάνε. Εγώ πάντα θα βλέπω τη ζωή υπό το πρίσμα ενός παιδιού, με τη φαντασία και τα όνειρα που της αρμόζουν. Με το μυαλό μου να χάνεται και να ταξιδεύει, να βλέπω όλες τις άσχημες  πτυχές της πραγματικότητας χωρίς να με παίρνουν από κάτω. Δεν είναι παλιμπαιδισμός μη με παρεξηγείτε. Είναι τρόπος σκέψης και ιδιοσυγκρασίας. Πάντα θα γράφω με χρωματιστά στυλό στο ημερολόγιο μου, πάντα θα γελάω αν πέσει κάποιος ή ακόμη και αν μερικοί με κατηγορούν χωρίς λόγο. Πάντα θα χαμογελώ με αυτούς που δεν αντιλαμβάνονται τι ωραία που είναι η ζωή αν χαθείς μέσα σε αυτή για λίγο. Αν δεν έχεις έστω και για δείγμα χιούμορ, αν δεν είσαι ειλικρινής, αν δεν έχεις αξίες και ιδιοσυγκρασία ελεύθερου και αληθινού ανθρώπου. Ό, τι χαρακτηρίζει ένα ζωντανό και παιχνιδιάρικο παιδικό μυαλό. Η αθωότητα στο μεγαλείο της.

Κάποιοι θα πούνε «μα τι είναι αυτά; Ένα παιδικό μωρό ποτέ δε θα μπορούσε να επιζήσει στο σκληρό αυτό κόσμο!». Αλήθεια είναι δε λέω, αλλά δε βλάπτει να βλέπουμε τα πράγματα από μία άλλη οπτική γωνία! Και για τη δική μου τη λογική μου φαίνεται φυσιολογικό και μαγικό να μείνω για πάντα παιδί μέσα μου. Δεν το αλλάζω με τίποτα. Και πολλές φορές το ξεχνάω ομολογουμένως. Και χάνομαι στις σκληρές σκέψεις του ενήλικα. Βαρέθηκα όμως. Θέλω να βλέπω τη ζωή με αυτή τη ματιά, ό, τι συνέπειες και αν έχει αυτό. Δε θέλω να καταρρακωθώ από την άθλια και μαύρη ρουτίνα της ζωής. Θέλω να βλέπω πάντα ουράνια τόξα και ξωτικά στα σύννεφα, να ταξιδεύω με μία λέξη, να γελάω ακόμη και με το πιο χαζά πράματα, να πιστεύω στη μαγεία και στο φανταστικό, να ακολουθώ ακόμη και τα πιο απίστευτα όνειρα μου και μέσα σε αυτόν τον κόσμο να είμαι ευτυχισμένη ζώντας ελεύθερη για μια ζωή.

Αυτή είναι λοιπόν η συμβουλή μου, να μείνουμε πάντα παιδιά στην καρδιά και να μην ξεχνάμε ποτέ από πού ήρθαμε, ακόμη και αν ντρεπόμαστε για αυτό κάποιες φορές. Και πάνω από όλα τη ζωή μας να την κάνουμε εμείς και μέσα σε αυτήν την κοινωνία ας αφήσουμε το παιδί που όλοι υπήρξαμε κάποτε να πάρει και λίγο τα ηνία και να μας οδηγήσει εκεί που πραγματικά ανήκουμε. 

Tuesday, July 12, 2011

Αυτός ο Βόλος, είναι ο κόσμος μου όλος!

Αν κάτσω να μετρήσω τις πανέμορφες παραθαλάσσιες πόλεις της χώρας αυτής δε θα τελειώσω ποτέ. Άκουγα και άκουγα για την πόλη του Βόλου αλλά ποτέ δε σκέφτηκα να την επισκεφτώ. Ώσπου μια μέρα πριν από πολλά χρόνια γνώρισα δύο καταπληκτικές προσωπικότητες από την πόλη αυτή. Δύο κορίτσια ευαίσθητα μα με τσαγανό. Δυο Βολιώτισσες.

Τα χρόνια πέρασαν και ήρθαμε πιο κοντά. Η αλήθεια είναι ότι και εγώ έχοντας έρθει από μία μικρή πόλη ήμουν διστακτική με τους ανθρώπους. Μετά όμως αντιλήφθηκα την αξία της αληθινής φιλίας, αυτής που πρέπει να δοκιμαστεί για να αξιολογηθεί και να τη ζήσεις για να την κρίνεις. Δε ξεκίνησα να γράφω όμως για τη φιλία. Έγραφα για μία πόλη της Θεσσαλίας από όσο θυμάμαι. Την πόλη αυτή που είχα τη χαρά να επισκεφτώ πρόσφατα. Το Βόλο.

Νομίζω, και αυτό αφορά κάθε πόλη, ότι αν δεν την περπατήσεις με κάποιον ντόπιο δε θα νιώσεις τη μαγεία της, όσο μικρή και άσχημη και αν είναι (βλ. η Κοζάνη μας). Έτσι έκανα και εγώ λοιπόν για τέσσερις ολόκληρες μέρες στον αγαπημένο Βόλο. Απόλαυσα μία από τις πιο όμορφες πόλεις της Ελλάδας. Με τα βουνά και τα απόκρημνα χωριά της και τις αμέτρητες καθαρές παραλίες της. Με μια παρέα που έχουμε περάσει πολλά και που ποτέ δεν είχα την ευκαιρία να τις επισκεφτώ. Δεν το μετάνιωσα όμως.

Ανακαλύπτοντας έστω και τα βασικά τουριστικά σημεία της πόλης και του Πηλίου ένιωσα ότι η πόλη αυτή κρύβει πολλά όμορφα σημεία, απάτητα και μοναδικά. Ομορφιές ανείπωτες και στενά με ιστορία. Βέβαια όπως με πληροφόρησαν πολλοί έχουν ανακαλύψει την μοναδικότητα αυτής της πόλης με αποτέλεσμα να έχουν χτιστεί πολυτελή σπίτια στο βουνό. Προσωπικότητες προερχόμενες από όλους τους επαγγελματικούς χώρους ακόμη και από άλλες χώρες (βλ. Roger Waters των Pink Floyd).
Και έτσι πέρασαν οι λίγες αυτές μέρες ξέγνοιαστα με ήλιο και θάλασσα, πολλούς καφέδες και τρελό γέλιο. Μέρες που θα’ θελα να ξαναζήσω, να είμαστε έτσι ανέμελες χωρίς υποχρεώσεις. Να περνάμε ωραία και να μη σκεφτόμαστε τίποτε.

Προερχόμενη από μία πόλη ορεινή καταλαβαίνω την αξία της θάλασσας και πως είναι να τη βλέπεις μόνο κάθε καλοκαίρι για 5 μέρες και αν. Κάποιοι μου λένε δε θα μπορούσα να ζήσω χωρίς να ξέρω ότι η θάλασσα είναι κάπου κοντά και εγώ αναρωτιέμαι, άραγε εγώ θα μπορούσα να ζήσω με τη θάλασσα; Προς το παρόν ναι, αλλά δε λέω μεγάλες κουβέντες. Για όλους μας η πόλη στην οποία γεννηθήκαμε δε μας αρέσει, ακόμη και αν είναι η πιο όμορφη του κόσμου. Πάντα βρίσκουμε κάτι να κατακρίνουμε και πάντα θα έχουμε κακές αναμνήσεις από χρόνια εφηβικά. Όμως δεν παύει να είναι ο χώρος όπου γεννηθήκαμε και που κάποτε φαινόταν άπειρος και τεράστιος και ας είναι ένα μικρό χωριό. Και που εκεί θα είναι πάντα κάποιος να μας θυμίζει πως εκεί όπου μεγαλώσαμε θα είναι το μέρος που θα μας λείπει περισσότερο στον κόσμο, ακόμη και αν αυτό δεν υπάρχει πλέον. 

Friday, July 8, 2011

Η μαύρη πριγκίπισσα

Με μια αγκαλιά, με πολλά φιλιά να με γεμίσεις περιμένω. Αλλά θα περιμένω για πολύ ακόμη. Δακρύζει η ψυχή μου, σπαράζει η καρδιά μου, ουρλιάζει το τέρας μέσα μου, αυτό που με τρώει καθημερινά. Ξανάρθε αγάπη μου, αλλά δεν είσαι εδώ να το σκοτώσεις με το σπαθί σου σαν ονειρεμένος ιππότης. Και εγώ από τα άσπρα που φορούσα επάνω στον πύργο μου με ντύσανε με μαύρα και άραχνα πέπλα, να μη βλέπω το πρόσωπο μου στον καθρέφτη γιατί έχει παραμορφωθεί από το κλάμα και τη στενοχώρια. Μου άλλαξαν ρούχα και με ρίξανε σε ένα υπόγειο για να βλέπω το φως της ημέρας από χαμηλά. Μου άφησαν την πόρτα ανοιχτή όμως, δε με κλείδωσαν, για να μπορώ λέει να απελευθερωθώ. Δε μπορώ όμως. Δε μπορώ ούτε τα πόδια μου να κουνήσω, όλο μου το σώμα πονάει τρελά και σφαδάζω από τα «χτυπήματά» του.

Ο τοίχος έχει τρύπες αγάπη μου. Από μέσα τους ξεπροβάλλουν κάτι πλάσματα μικρά αλλά τρομακτικά, σαν εκείνα που έρχονται από μακρινούς εφιάλτες αλλά δεν μπορείς να προσδιορίσεις την προέλευσή τους και τον σκοπό ύπαρξης τους. Είναι σα ροζιασμένα έντομα άλλης εποχής, διψασμένα για αίμα, το δικό μου. Με τριγυρίζουν και μου τρυπούν αργά την καρδιά. Ματώνω και ματώνω αλλά δε βγαίνει αίμα από το σώμα μου ομορφιά μου, δε βγαίνει. Εγώ όμως συνεχίζω να αιμορραγώ σαν ανοιχτή πληγή.

Και κοιτάω το φως από χαμηλά, μπορώ να το πιάσω το ξέρω αλλά κάτι με κρατάει εκεί κάτω φυλακισμένη, το ίδιο μου το μυαλό. Σαν να μου έριξαν κάτι αρχαία ξόρκια, να έχω μόνο τη θέληση και όχι τη δύναμη. Με πονάει και το σώμα μου αυτές τις μέρες εδώ κάτω. Η υγρασία θα είναι μάλλον. Μπορεί και το μυαλό μου. Δεν ξέρω. Μπορεί και να ξέρω και να μην το παραδέχομαι. Είναι και αυτοί οι εφιάλτες που επιτίθενται στα όνειρά μου και χαλάνε ακόμη και τις τελευταίες αχτίδες ελπίδας που μπορεί να υπάρχουν στο ξεθωριασμένου μου μυαλό.

Και λαχταρώ και λαχταρώ εσένα και ό, τι μου χρωστάς. Να με σώσεις σα σωστός ιππότης. Αλλά δεν είμαι πλέον μία σωστή πριγκίπισσα και εγώ, έχω γίνει η παραδουλεύτρα του εαυτού μου, η σκλάβα των επιθυμιών μου. Κάτι με κρατά πίσω. Ίσως φόβος και απόγνωση. Φόβος για αυτό που φοβάμαι ότι δεν είμαι αλλά και για αυτό που είμαι στην πραγματικότητα, απόγνωση για αυτό που δεν μπορώ να είμαι και για αυτό που θέλουν οι άλλοι να είμαι. Έρμαιο των δικών τους επιθυμιών. Πρέπει να δράσω, να ξεφύγω, να πιάσω το φως που με ταλαιπωρεί τόσο καιρό, να το πιάσω και να του πω ότι είμαστε ίσοι, ότι και εγώ αξίζω και είμαι ικανή για πολλά. Η ηττοπάθειες και οι φοβίες δε χωρούν πλέον. Και ξέρω θα έρθεις και θα με σώσεις, όχι γιατί έτσι πρέπει να γίνει, αλλά γιατί έτσι αποφασίσαμε μαζί ότι θέλουμε να γίνει. Γιατί για την αγάπη μου θα έδινα και τον εαυτό μου, γιατί μόνο αυτό αξίζει, γιατί όλοι στο τέλος μόνο για τον εαυτό τους νοιάζονται. Εγώ όμως νοιάζομαι για σένα που ξέρω ότι μπορείς να μου δώσεις όλα αυτά που ονειρευόμουν μικρή, όχι έναν έρωτα που θα ξεφουσκώσει ή μια φιλία που ξεχνάει. Μία αγάπη που αξίζει. Μόνο αυτό. Αληθινό και απλό. 

Γιατί με αγαπάς για αυτό που είμαι στα αλήθεια. Μια μαύρη πριγκίπισσα. 


Wednesday, July 6, 2011

Περί επικαιρότητας...

Αγχώνομαι, αγχώνομαι. Πώς να βρω δουλειά; Τι να κάνω; Βλέπω τη συζήτηση στη Βουλή και σκέφτομαι. Στο σημείο που έχουμε φτάσει δεν έχουμε επιλογές, δεν μπορούμε να αποφασίζουμε για τη χώρα μας πλέον, άλλοι έχουν ήδη αποφασίσει γιατί αντιλήφθηκαν πόσο ανίκανοι είναι οι πολιτικοί μας να αποφασίζουν αυτοί για εμάς. Και ναι μόνο με αυτά που μας δίνουν μπορούμε να δράσουμε. Μεσοπρόθεσμο; Ναι. Σκληρά μέτρα; Ναι. Να μη βρω δουλειά; Ναι. Δεν έχω άλλη επιλογή. Ή μεσοπρόθεσμο η πτώχευση. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Όχι δεν υποστηρίζω καμία κομματική παράταξη απλά βλέπω τα καλά και τα κακά χωρίς παρωπίδες, ότι ναι πρέπει να πληρώσουμε, θα είναι δύσκολα αλλά από όσο θυμάμαι με τις δικές μας ψήφους έφτασαν όλα ως εδώ. Και φυσικά χάρη στην ανικανότητα όλων μα όλων όσων ψηφίσαμε. Είμαστε όλοι μαζί μέσα σε αυτό και πρέπει να χορέψουμε τώρα στο χορό των εταίρων.

Είμαστε καλομαθημένοι μπορώ να πω. Να πιούμε τον καφέ μας, να δουλεύουμε  5 ώρες και όχι 8, να πληρωνόμαστε για αυτά που δεν κάνουμε – και το αντίθετο – να πάμε διακοπές κάθε χρόνο, να πηγαίνουμε στα μαγαζιά και στα mall κάθε εβδομάδα. Δεν είναι έτσι όμως. Όλοι όσοι βγαίνουν στο εξωτερικό να δουλέψουν παραπονιούνται. Αγαπητοί μου συμπατριώτες αν δε δουλέψεις δεν πληρώνεσαι, χωνέψτε το. Και τώρα ας τα λουστούμε όλοι μαζί και ας κάνουμε ό, τι καλύτερο μπορούμε για να φέρουμε τη χώρα μας εκεί που της αξίζει και όχι εκεί που την φέρανε με τη βοήθειά μας. Ας σταματήσουμε τα παράπονα και ας ξεκινήσουμε συλλογική προσπάθεια να βοηθήσουμε και εμείς, να δούμε όχι μόνο την οικονομική μας ανάπτυξη να γίνεται πραγματικότητα, αλλά την κοινωνική μας ανάπλαση, την πολιτική και συνταγματική αλλαγή να συμβαίνει και να «πετάξουμε» επιτέλους τις κομματικές προκαταλήψεις και τα κολλήματα του παρελθόντος.

Δύσκολο δε λέω. Η κοινωνία μας βρίθει από πολλαπλά προβλήματα, το ίδιο και το κοινοβούλιο, βρίθει από βόθρους που όταν μιλούν σου έρχεται να ξεράσεις. Και προσκυνούν όποιον εταίρο  αποφασίσει ότι έχουμε χρέος. Και πάντα μιλάμε για εικονικά λεφτά γιατί το να έχεις τέτοιο χρέος μόνο εικονικά μπορεί να είναι, αλλιώς δεν εξηγείται, το μικρό μου μυαλό δεν μπορεί να χωνέψει αυτά τα οικονομικά μεγέθη που ακούω κάθε μέρα. Ποσά που χρωστούν τα υπουργία στην ΔΕΗ , λεφτά που είναι εξαφανισμένα ή σε λογαριασμούς ξένων τραπεζών.

Το μικρό μου το μυαλό δεν το χωράει, γιατί το δικό μου μυαλό σκέφτεται μονάχα τρόπους επιβίωσης και προσπαθεί για το καλύτερο σε μία κοινωνία που χάνεται και αργοπεθαίνει. Έχω ελπίδες για εμάς, για όλους μας, αλλά ας μας επιτρέψουν και λίγο να τις θρέψουμε αυτές τις ελπίδες. Τα όνειρα που είχαμε όλοι μας χάνονται στο βωμό δισεκατομμυρίων. Εγώ όμως είμαι εδώ και θα παλέψω, για μια καλύτερη ζωή, για έναν καλύτερο εαυτό. Μέσα σε αυτή τη «βρωμιά» εγώ θα διατηρήσω τις αξίες που μου έμαθαν για έναν καθαρό και δίκαιο αγώνα. 

Monday, June 20, 2011

Κάτι για να λέμε…


Περνούν οι ώρες και οι μέρες μακριά σου, περνούν οι εβδομάδες. Κάπου μακριά που δεν μπορώ να σε φτάσω όσο και αν προσπαθώ. Τι θλίψη και τι στενοχώρια. Όλα είναι άδεια. Τα όνειρα μου μόνο γεμίζουν με εσένα και τις σκέψεις μου για σένα. Προσπαθώ όσο ποτέ, τα καταφέρνω καλά και το ξέρεις, το βλέπεις, αλλά αγάπη μου χωρίς εσένα δεν μπορώ και πολλά.

Δεν έχω όρεξη για τίποτα, μόνο διάβασμα για να ξεχνιέμαι. Ε και λίγο τηλεόραση να αποχαυνώνομαι και να ταξιδεύω σε εικόνες που μου μοιάζουν. Να ξεχνιέμαι και εγώ λίγο. Να χάνομαι στα παραμύθια του μυαλού και τα μονοπάτια των αισθήσεων. Πάλι με πιάνουν οι μαυρίλες μου αλλά δεν τις αφήνω και πολύ να με αγγίζουν, γιατί ξέρω πως δε με ξεχνάς, ούτε και εγώ σε βγάζω από το μυαλό. Είσαι εδώ μαζί μου, μπροστά μου, μέσα μου, δε σε αφήνω τώρα που σε βρήκα.


Και ακούω Papercut, μουσική ταξιδιάρικη και ονειρική συνάμα και θυμάμαι. Θυμάμαι και ονειρεύομαι. Ένα καλύτερο μέλλον που λένε και όλοι εκεί έξω. Μια δουλίτσα, λίγα λεφτά, κάτι από την ευτυχία που μας αξίζει, κάτι από αυτό για το οποίο παλεύουμε ή προσπαθούμε να παλέψουμε. Μας τρώει και η προσπάθεια, μόνο η σκέψη να κάνουμε κάτι μας αποπροσανατολίζει. Τρώμε τους εαυτούς μας σιγά σιγά και εμείς, πέσαμε στην παγίδα που οι ίδιοι βάλαμε. Αλλά ξέρω ο καθένας ζει μέσα στα τόσα προβλήματα που έχει στην καθημερινότητα του και με τους δικούς του δαίμονες, τα δικά του «σκουληκάκια» του μυαλού, τα δικά του προσωπικά προβλήματα. Έτσι και εγώ μια από τα ίδια. Καμιά φορά θα το μοιραστώ και εγώ, τις σκοτούρες που έχω με κάτι που θα γράψω. Να, με κάνει να νιώθω λίγο πιο ήρεμα, πιο ελεύθερα.

Και κάτι είπα για παραμύθια. Παραμύθια του μυαλού, να αυτά που λέμε στους εαυτούς μας για να τους κάνουμε να ξεχαστούν για λίγο και αυτοί, να μην τα παίρνουν όλα τοις μετρητοίς. Γιατί η ζωή είναι ένα αστείο παραμύθι, άλλοτε πικρό και άλλοτε γελοίο. Πάντα όμως θα γελάω με αυτά που μου συμβαίνουν γιατί έτσι «πρέπει» λέω από μέσα μου, μόνο έτσι επιβιώνω και εγώ. Ρεαλίστρια και παραμυθατζού, χρόνια τώρα. Έτσι για να έχουμε να λέμε, να περνάει πιο γρήγορα και αυτή η ώρα τώρα που κόλλησε η βελόνα στο «Dreams» των Papercut

Monday, June 13, 2011

And so it is...


Όλα τελείωσαν λοιπόν. Άνθρωποι φεύγουν και δε νοιάζονται ή τουλάχιστον έτσι αποφάσισαν να δείχνουν, ότι δε νοιάζονται. Για να μη στενοχωρηθούν και αυτοί. Βάζουν ασπίδες στην καρδιά τους, βάζουν τοίχους στην ψυχή τους.

Το καλοκαίρι έχει φτάσει επιτέλους και εγώ νιώθω περίεργα. Πώς να το εξηγήσω, δεν ξέρω. Η αλλαγή δεν ήταν και πολύ ομαλή. Και τώρα είμαι εδώ πίσω πάλι προσπαθώντας να μαζέψω τις αναμνήσεις μου από αυτό το ταξίδι, αναμνήσεις που δεν χωρούν σε μια βαλίτσα αλλά ούτε και σε ένα μυαλό. Μόνο σε κάτι φωτογραφίες και σε κάτι αποκόμματα από εισιτήρια, μικρά και ανούσια χαρτάκια που μαζεύω χρόνια τώρα… σα να προσπαθώ να κρατήσω τις στιγμές εκείνες στο χαρτί με κάποιον τρόπο. Να έχω κάτι να μου τις θυμίζει, κάτι τόσο απλό και άχρηστο, αλλά τόσο σημαντικό και ανεκτίμητο.

Προσπαθώ να ξυπνήσω από το λήθαργο της επιστροφής, να συγκεντρωθώ να τελειώνω με τις υποχρεώσεις μου αλλά κάτι με κρατά πίσω σε όλα αυτά που ζήσαμε, τις όμορφες και τις άσχημες στιγμές, όλα αυτά τα οποία μοιραστήκαμε, τόσα πολλά μα και τόσο λίγα. Προσπαθώ να γονιμοποιήσω τη σκέψη μου να προχωρήσω, να περάσω καλά, να σκεφτώ κάτι άλλο, δύσκολο όμως πολύ. Είναι απερίγραπτο πόσο η καρδιά σε λαχταρά, πόσο η ψυχή πονά. Ανούσιο όμως να υποφέρει ξανά γιατί δε θα σε αφήσω να φύγεις, όχι αυτή τη φορά. Όσο δύσκολο και αν είναι, όσο άδικο και αν είναι αυτή τη φορά είναι διαφορετικά και προπαντός αληθινά.

Και εδώ λοιπόν σε σκέφτομαι μονάχη και αναπολώ χωρίς πια να στενοχωριέμαι διότι ξέρω που βαδίζω και που βαδίζεις, ξέρω τι συναισθήματα μας κατακλύζουν, τι αναμνήσεις μας συνοδεύουν και γι’ αυτό προχωρώ με ένα τεράστιο χαμόγελο, με μια καρδιά γεμάτη ελπίδα ότι το τέλος μας δεν έφτασε ακόμη. Μοιραστήκαμε ένα παρελθόν, ζούμε το παρόν μας χώρια αλλά μας συνδέει ένα μέλλον ελπιδοφόρο, ένα μέλλον για εμάς, δύσκολο μεν αλλά ξέρω ότι αξίζει. Λένε ότι η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία και εγώ έχω πολλές ακόμη για να τις αφήσω να πεθάνουν. Μέσα σε μια κοινωνία που αργοπεθαίνει εγώ είμαι έτοιμη να ζήσω, όχι μόνο για εμένα αλλά και για όλους αυτούς που αγαπώ, και ειδικά εσένα.


«Το πάρτι»
Στίχοι: Μυρτώ Κοντοβά
Μουσική: Γιάννης Κυφωνίδης
Πρώτη εκτέλεση: Άννα Βίσση


Πιο κοντά στην καρδιά μου απόψε
κολλητά δυο φτερά
κι η απόσταση μικραίνει ξαφνικά
όλα τα πριν και τα μετά
κλειδώσαμε τόσο καλά
τα ‘χω εδώ, τα κράτησα μαζί μου

Τελικά την ουσία στη ζωή μου 
τη δώσανε οι φίλοι μου, οι άνθρωποι μου
όλα στο σήμερα μετράνε
και το ξέρω επειδή θέλει προσπάθεια τρελή
αν θες να ζήσεις μια ζωή με δύναμη και πάθος
κι ας βγεις και κάπου λάθος

Το πάρτι αρχίζει 
κι ο έρωτας επάνω μου στοιχηματίζει
το πάρτι αρχίζει
στο ίδιο μήκος κύματος μας συντονίζει
Το πάρτι αρχίζει... 

Πιο κοντά στην καρδιά μου, όλο πιο κοντά
η φωτιά μια απάντηση καινούργια μου ζητά
για το ποια είμαι τελικά στο σήμερα
μα εγώ απλά τρέχω εκεί που τρέχει κι η ψυχή μου

Πιο κοντά είναι η απάντησή μου
το ξέρουνε οι φίλοι μου , μα κι οι εχθροί μου
πως το συναίσθημα με πάει και με φέρνει πιο κοντά
σ’ αυτό που είμαι τελικά
και μου χαρίζει μια καρδιά με δύναμη και πάθος
κι ας βγω σε όλα λάθος

Το πάρτι αρχίζει 
κι ο έρωτας επάνω μου στοιχηματίζει
το πάρτι αρχίζει
στο ίδιο μήκος κύματος μας συντονίζει
Το πάρτι αρχίζει...


Monday, May 16, 2011

Ένα βήμα μπροστά, δύο πίσω.

Που βρίσκομαι; Απορώ. Είμαι στο Εσκισεχίρ. Μία πόλη όμορφη μόνο όταν θέλει. Μία πόλη που όσο βροχερή γίνεται, τόσο τη φοβάσαι. Διαφορετική από τις άλλες στα δικά μου μάτια, διαφορετική από ό, τι έχω συνηθίσει, μα τόσο ίδια στην καρδιά μου. Κάποιες φορές γίνεται εριστική, προκαλεί και σε διώχνει, σα να μη σε θέλει, σα να είσαι ένα μικρόβιο που προσπαθεί να ξεφορτωθεί όσο το δυνατό γρηγορότερα.

Όταν είσαι ταξιδιώτης και απλός επισκέπτης σε υποδέχεται με τις καλύτερες προθέσεις. Άπαξ και αντιληφθεί όμως ότι θα είσαι εδώ για πολύ κάνει τα αδύνατα δυνατά να τη μισήσεις, γιατί; Γιατί αυτή η πόλη είναι σε μία χώρα που προσπαθεί να μοιάσει τις ευρωπαϊκές και τις αμερικάνικες κοινωνίες, προσπαθεί να είναι ανοιχτόμυαλη, αλλά στην προσπάθεια αυτή καταφέρνει ακριβώς το αντίθετο. Διότι ως κατεξοχήν συντηρητική χώρα δεν μπορεί τόσο εύκολα να εξευρωπαϊστεί. Βλέπεις τις γυναίκες να φοβούνται να φορέσουν τακούνια ή να βάψουν ξανθιά τα μαλλιά τους, βλέπεις να τις δέρνουν μπροστά στα μάτια σου και να συμπεριφέρονται σα ζώα και αν προσπαθήσεις να επέμβεις θα τις φας και εσύ, γιατί; Γιατί είναι καθήκον του άντρα να δέρνει τη γυναίκα του εδώ, για να μάθει να συμπεριφέρεται. Όταν υπάρχουν τέτοιες πρωτόγονες αντιλήψεις πως θέλετε να πάτε μπροστά; Όταν υπάρχει λογοκρισία παντού, όταν οι φασιστές διαδηλώνουν και απαγορεύεται να μιλήσεις γιατί δεν ξέρεις τι θα σου κάνουν – πιθανόν τίποτα αλλά οι Τούρκοι φίλοι σου στο απαγορεύουν καλού κακού – όταν τα ιστολόγια μπλοκάρονται, όταν δημοσιογράφοι φυλακίζονται γιατί απλά εκφράζουν την αλήθεια τι περιμένεις;

Και φυσικά υπάρχουν εξαιρέσεις, δημοσιογράφοι που παλεύουν σε αυτή τη χώρα για την ελευθερία λόγου που σε άλλες χώρες εθεωρείτο δεδομένη, άντρες που ξέρουν να συμπεριφέρονται, αληθινοί φίλοι που είναι εκεί όταν τους χρειάζεσαι. Μερικές πόλεις και μερικοί άνθρωποι προσπαθούν πολύ, ίσως χωρίς να το θέλουν πραγματικά να πάνε μπροστά, μην προσπαθείτε τσάμπα, έχετε πολύ δρόμο ακόμη.

Βλέπεις τα κτίρια, τα λεφτά που υπάρχουν σε αυτή την κυβέρνηση και που χρησιμοποιούνται εναντίον του κόσμου αντί υπέρ του. Βλέπεις την εκπαίδευση με τα τέλεια κτίρια και τα τέλεια κάμπους και μετά αντιλαμβάνεσαι το χαμηλό επίπεδο των μαθητών, ότι όλα δηλαδή είναι για το θεαθήναι. Να δειχτούν, να κοκορευτούν. Και δεν το λέω με κακία ούτε με εθνικιστική προκατάληψη μη με παρεξηγήσετε, είναι μονάχα η αλήθεια. Και η αλήθεια πονάει.