Wednesday, January 23, 2013

Αδύναμος Κρίκος



Δύσκολα το μελάνι κυλά στο χαρτί, δύσκολα και οι λέξεις περιγράφουν συναισθήματα. Όλα αυτά που είδα και δεν έχω νιώσει, όλα αυτά που έχω νιώσει και δεν είδα.

Εμμονή ανείπωτη κυλά στο υποσυνείδητο. Όνειρα και πεθαμένοι. Θάνατος φίλος παλιός.
Λόγια χτυπούν τοίχους και χάνονται στον αέρα. Σχέδια εξανεμίζονται.

Τα όνειρα τα παλιά έχουν ξεφτίσει στο βωμό του Χρόνου. Τα όνειρα τα καινούργια είναι αδύναμα χωρίς φτερά και Υπομονή. Χάνονται στο βωμό της ευαρέσκειας.

Να ακολουθείς τα όνειρα που κάποιος άλλος διάλεξε για σένα. Αυτό είναι η κόλαση. Και το χειρότερο να μην μπορείς να ξεφύγεις από αυτά.

Μορφές ανόμοιες, δυνάμεις ξεχασμένες. Κίνητρα και αφορμές αφορισμένες. Πως είναι κάποιος να αρνείται τον εαυτό του;

Ζωές ακίνητες, βουβές. Λάθη και γνώμες αλλοτριωμένες. Και ο Χρόνος να υπενθυμίζει αδυσώπητα στιγμές χαμένες.

Η Ζωή κάποιοι λένε είναι Τύχη. Τότε με τόλμη παραδέχομαι πως δεν την είδα την Τύχη στη Ζωή, όχι στη δική μου.

Ίσως και αυτό να είναι σημάδι ειλικρινές, για τις ζωές κάποιων αθώων να θυσιάζονται τα όνειρα των ενόχων. Και η Τύχη χτυπά την πόρτα αυτών που έχουν ήσυχο μυαλό, να μπορούν να την αντέξουν.

Και το παράπονο αυτό εκ γενετής, αιώνιος συνοδοιπόρος. Μα πώς να χτίσεις μια ζωή πάνω σε παράπονα; Ούτε βάσεις ούτε δομές. Μόνο μοναξιά.

Wednesday, January 16, 2013

Όταν.


Όταν εκείνος θα έρθει και θα σε πιάσει από το χέρι, μη φοβηθείς. Είναι εκείνος που θα σε συνοδεύει όλες τις στιγμές της στενοχώριας. Εκείνος που θα τρέχει για σένα μέσα στο κρύο, που θα σου κρατά το χέρι όταν φοβάσαι, που θα διώχνει τα φαντάσματα του παρελθόντος.

Είναι αυτός που ποτέ δε γνώρισες και όμως βρίσκεται δίπλα σου. Αλλοιωμένη η μορφή του από τον Χρόνο, αλλοιωμένη και εσύ από σπασμένα όνειρα. Θάλασσες δάκρυα θα χύσετε μαζί, θα αγκαλιαστείτε και θα ονειρευτείτε. Κοινή ζωή αλλιώτικη, μοναδική.

Ίσως χαθείτε κάποια στιγμή, μα η Ζωή παράξενη και όμορφη που είναι, θα σας ενώσει πάλι, για να μιλάτε για όλα αυτά που δεν έγιναν, μα κυρίως για αυτά που θα γίνουν. Ενωμένη ζωή, καθημερινή μα μοναδική.

Λόγια ειλικρινά μα και ψεύτικα, τα αποζητά αυτά η καρδιά κάποιες φορές. Να τρέφεις την ψευδαίσθηση της ευτυχίας, ξέροντας βαθιά μέσα σου ότι ποτέ δε θα την αγγίξεις στα αλήθεια.

Και κάπως έτσι θα περνάνε οι μέρες και τα χρόνια, με αυτόν που θα έρθει μαζί με τα ψήγματα αλήθειας για τη Ζωή. Μην ξεχάσεις να τον ευχαριστήσεις για αυτά που θα σου προσφέρει, είναι αυτά που ποτέ δε φαντάστηκες ότι θα έχεις. Συναισθήματα και ιδέες άλλων ανθρώπων μέσα σου. Λέξεις και διάλογοι σαν από μπομπίνα που τρέχει μήπως και προλάβει τους ανθρώπους.

Εικόνες και μνήμες από εκείνες τις εποχές, τα νιάτα που φεύγουν, τις πληγές που μένουν.

Και κάποια μέρα θα θυμάσαι τις άσχημες εκείνες νύχτες με τους δαίμονες αγκαλιά και θα μονοπωλείς τραγούδια νανουρίσματα για να ξεχάσεις. Ξέρεις βέβαια ότι αυτά δεν ξεχνιούνται, ούτε τα δάκρυα ούτε τα λόγια τις ξεγράφουν. Μόνο η Αγάπη, ίσως. 


Friday, January 4, 2013

Περπατώντας μες στο κρύο



Αιώνιος επισκέπτης, ανείπωτος θυμός. Χίλιες φορές νεκρό σώμα, παρά νεκρή ψυχή. Και έτσι κυλούν οι μέρες, με τις νύχτες να γελούν μονάχες μέσα στο κρύο.

Κρυστάλλινες νιφάδες αγγίζουν το έδαφος, παγώνουν όνειρα παλιά. Κοιτώ τις πατημασιές που έκαναν στο μονοπάτι, απορώ προς τα ποια κατεύθυνση να πήγαν. Αρχίζω περπατώ μέσα στο κρύο, μα δε νιώθω αίσθηση παγετού. Είναι αλλαγμένος ο νους, κάπου μακριά ταξιδεύει. Θυμάται και μελαγχολεί έναν τόπο που ποτέ δεν κατάφερε να συγχωρήσει. Ψήγματα αναμνήσεων συνθέτουν μία αλλιώτικη πραγματικότητα, αυτή που θα θελα να θυμάμαι και όχι αυτή που έζησα και άφησα πίσω.

Κάποτε είχα δει σε μία ταινία, πως υπάρχουν δύο είδη ταξιδιωτών. Αυτοί που όταν φεύγουν από έναν τόπο κοιτούν το χάρτη και αυτοί που κοιτούν τον καθρέφτη. Αυτοί που μελετούν το χάρτη, δεν κοιτούν ποτέ πίσω, αυτοί που κοιτούν τον καθρέφτη, επιστρέφουν. Δίλημμα για το που ανήκει η καρδιά. Εν πολλοίς, συμβιβασμός. Υποσχέσεις δίχως όνομα και αγάπη να περισσεύει.

Συνεχίζω τη βόλτα μες στο δάσος προσπαθώντας να ανακαλύψω νέα όνειρα, να δημιουργήσω ελπίδα. Ξεροί κορμοί κρέμονται από πάνω μου, σταγόνες δάκρυα παγωμένα. Κάτι πουλιά παίζουν μέσα στο κρύο για να ζεσταθούν και εγώ ακόμη σκέφτομαι πως αν ανοίξω τα φτερά μου θα πληγωθούν. Τι νόημα έχει άραγε να περπατάς μονάχος μέσα στο κρύο, όταν τίποτα δεν έχει μείνει να θυμάσαι για να σε ζεσταίνει;

Δεν βρίσκω απαντήσεις, θέτω μονάχα νέες ερωτήσεις. Έχουν μαζευτεί τόσες, σαν παλιά κλειστά γράμματα σε συρτάρια που κρύβουν μυστικά, που δεν μπορώ να τις βάλω σε σειρά. Δυσκολεύομαι ακόμη και να τις ερμηνεύσω. Από πού προέρχονται, που κρύφτηκαν οι απαντήσεις τους; Εγώ πρέπει να τις βρω; Δεν μπορώ φοβάμαι, νοσταλγώ, μένω πίσω, μονολογώ.

Η φύση όλη μου μιλά. Μου λέει ιστορίες παλιές και κάτι παραμύθια να ξεχαστώ μέσα στο κρύο. Τα δέντρα μυστικιστικά όπως πάντα μου χαμογελούν, λέγοντας στίχους σε μια γλώσσα που δεν καταλαβαίνω, μα νιώθω βαθιά μέσα μου. Τίποτε μα τίποτε δεν βγάζει νόημα. Και εγώ ζωγραφίζω μορφές στο νου, σχέδια και χρώματα που συγκλονίζουν. Μισές λέξεις, φράσεις μου ψιθυρίζουν. Μελωδίες και τραγούδια παιγμένα σε νότες άλλης διάστασης. Κάτι διαφορετικό κυκλοφορεί στην ατμόσφαιρα απόψε. Ξεχασμένο από άλλο Χρόνο. Τυπωμένο όμως για το Τώρα.

Σχέσεις περίπλοκες μέσα στις ζωές μας, σχέσεις αληθινές, ανούσιες, αναγκαίες μα πάνω από όλα απούσες. Ζωή αλλαγμένη στο βωμό της ευτυχίας. Και γυρίζει το δάσος γύρω από εμένα και εγώ γύρω από αυτό. Αλλάζουμε μορφές, γινόμαστε ένα, μεταλλασσόμαστε. Ξαπλωμένη στο χιονισμένο μονοπάτι συνειδητοποιώ πως η έμπνευση είναι αιώνια σύμμαχος της θλίψης και ξαφνικά θυμάμαι πως πριν φύγω, ένιωσα το είδωλό μου να μου χαμογελά θλιμμένα. 



Αναδημοσίευση από το τεύχος 40 του ηλεκτρονικού περιοδικού emmeis