Monday, October 31, 2011

Αγάπη είναι...


Αγάπη είναι να δίνεις και ας μην παίρνεις. Αγάπη είναι να θες να εγκαταλείψεις τα πάντα στη ζωή σου, μονάχα για να είσαι μαζί του, να μη σε νοιάζει τίποτα πέρα από αυτόν, να απαρνιέσαι ακόμη και τα όνειρα σου και να χτίζεις μαζί του καινούργια. Αγάπη είναι αμοιβαιότητα, έρωτας και μαρτύριο. Τίποτα όμορφο δεν έρχεται χωρίς πόνο και θλίψη, τίποτα υπέροχο δεν έρχεται χωρίς να παλέψεις για αυτό.

Όταν όλα είναι ανθισμένα στην ψυχή σου

Αγάπη είναι αμοιβαία εμπιστοσύνη και ας είστε χιλιόμετρα μακριά. Αγάπη είναι να ονειρεύεσαι ακόμη και όταν είσαι ξύπνιος, όταν τίποτα δε σε σταματά, όταν έχεις λόγο να ζεις και να προχωράς ακόμη και αν όλα φαίνονται άσχημα. Όταν ακόμη και μέσα στο σκοτάδι βλέπεις φως , όταν ακόμη και μέσα στην ασχήμια του κόσμου,  εσύ βλέπεις παντού ομορφιά. Όταν η απογοήτευση μοιάζει μάθημα, όταν οι αποτυχίες είναι με το μέρος σου, όταν τις αγκαλιάζεις και δεν τις φοβάσαι.

Αγάπη είναι όταν σου λείπει κάθε λεπτό, όταν είστε μαζί και ταξιδεύετε σε άλλους κόσμους. Όταν όλα φαίνονται δυνατά, και τίποτα δε σε σταματά. Όταν αντλείς δύναμη από τα άσχημα για να αντιμετωπίσεις τα δύσκολα. Όταν βρίσκεις τον αληθινό σου εαυτό, όταν ακόμη και μετά από καιρό νιώθεις τον έρωτα, όταν είσαι ο εαυτός σου. Αληθινή αγάπη είναι όταν νιώθεις την καρδιά σου να χτυπάει και τα χέρια σου να τρέμουν σαν σε κοιτά, ακόμη και μετά από χρόνια.

Αγάπη είναι έρωτας, κατανόηση, συμβίωση, αλήθεια, εμπιστοσύνη, ισότητα, συναίσθημα, επικοινωνία. Αγάπη είναι τα πάντα και το τίποτα. Αγάπη είναι το νόημα και η ουσία. Αγάπη είναι… 

Saturday, October 29, 2011

Κάτι μου λείπει


Κάτι μου λείπει. Δεν είναι λεφτά, δεν είναι υλικά. Είναι κάτι άλλο, ανώτερο. Ή έτσι θέλω να πιστεύω. Μήπως είναι κάτι ονόματι συναίσθημα; Μήπως είναι η συναίσθηση της πραγματικότητας; Δε γνωρίζω, ή καλύτερα αρνούμαι να το αντιληφθώ και να προχωρήσω. Και τι μας λες τώρα θα αναρωτιέστε; Πάλι κρίση ταυτότητας έχει αυτός ο άνθρωπος;

Δεν έχει. Το μόνο που προσπαθεί να κάνει είναι να γνωρίσει τον εαυτό του και να συμφιλιωθεί μαζί του, να τον νιώσει, να τον ακολουθήσει και να μη χαθεί συνάμα στη δίνη του χρόνου. Στην προσπάθεια μου αυτή, στην οποία και επιδίδομαι χρόνια ολόκληρα, αντιλαμβάνομαι τη σημασία που παίζουν οι άνθρωποι γύρω μου. Πως μου συμπεριφέρονται, πως με κάνουν να νιώθω, πως, πως…

Θεωρητικά τα έχω όλα. Κάτι όμως, πάντα, λείπει. Σήμερα μπορεί να είσαι εσύ, γιατί είσαι μακριά μου, γιατί δεν μπορώ να σε αγκαλιάζω κάθε μέρα, να γεύομαι το φιλί σου και να ακούω τα υπέροχα λόγια σου. Δεν είσαι εδώ και αυτό δεν αλλάζει. Θα σε βρω όμως, θα γυρίσεις και πάλι κοντά μου. Ας είναι και μετά από μήνες, ξέρω όμως ότι θα σε βρω. Αύριο ίσως είναι κάτι άλλο, μία επαγγελματική ασφάλεια ας πούμε, μία σταθερότητα, μία κάποια επιβράβευση. Πάντα όμως κάτι θα λείπει.

Πολλοί λένε ότι τέτοιες υπαρξιακές κρίσεις σε πιάνουν μετά τα σαράντα, που έχεις ζήσει και κάποια πράγματα. Εμένα γιατί με πιάνουν από τα δεκαπέντε δεν μπορώ να καταλάβω, είναι περίεργο και συνάμα τόσο όμορφο. Να έρχεσαι σχεδόν κάθε μέρα αντιμέτωπος με τον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν το έχουν πολλοί νομίζω και άλλοι το αποφεύγουν. Πολλοί είναι αυτοί που φοβούνται τους εαυτούς τους και δε συζητούν μαζί τους, δεν τους ακούν, μόνο προχωρούν, κάνοντας το κενό ανάμεσά τους όλο και μεγαλύτερο, όλο και πιο δυσνόητο. Πολλοί όμως βρίσκονται στην ίδια ακριβώς θέση με εμένα.

Και αισθάνομαι πως μαζί με την κοινωνία καταρρέω και εγώ. Θεσμοί καταρρίπτονται, αξίες χάνονται. Μήπως ήρθε η ώρα να επαναπροσδιορίσουμε τους εαυτούς μας; Να μικρύνουμε αυτήν την απόσταση μεταξύ των εαυτών μας και της κοινωνίας; Να αντιδράσουμε, να ανοίξουμε τα μάτια μας, να συγχρονιστούμε με τη συχνότητα της πραγματικότητας; Να καταλάβουμε επιτέλους τι μας λείπει. Όλους μαζί και τον καθένα προσωπικά. Γιατί και εμένα όλο κάτι μου λείπει, και αυτή η στενοχώρια που με κατακλύζει, έχω βάσιμες υποψίες ότι οφείλεται στην κατάπτωση της κοινωνίας, την ανεργία, το χρέος, τη διαφθορά, την κατακραυγή, την ‘κρίση’.

Και κάτι μου λείπει, κάτι απροσδιόριστο, αλλά βαθιά μέσα μου ξέρω από πού προέρχεται αυτό το κενό. Από πού αναβλύζει αυτή η ανούσια αίσθηση που νιώθω τις τελευταίες εβδομάδες. Είναι όλα μαζί και το κάθε ένα ξεχωριστά. Μία μελαγχολία κυριαρχεί, μία συναισθηματική κατάπτωση, μία κούραση, μία ατονία. Και όλο κάτι μου λείπει. Σαν να μην μπορώ να ευχαριστηθώ τίποτα πια. Και ξέρω τι σημαίνει αυτό, ή τουλάχιστον νομίζω ότι ξέρω.

Και γυρνάμε πάλι στα ίδια, μόνο που τώρα έχουμε δικαιολογία για να είμαστε μελαγχολικοί, έχουμε την αιτία στα χέρια μας. Δε μας θεωρεί κανείς μελαγχολικούς, απλά φυσιολογικούς, γιατί πλέον όλοι είναι έτσι. Μεγάλοι και μικροί βρίσκονται φυλακισμένοι σε μία ‘φούσκα’ που αργά ή γρήγορα θα εκραγεί και δε θα ξέρουμε πού να κρυφτούμε. Και ξυπνάω και κοιμάμαι, προσπαθώντας να προσδιορίσω αυτό το κάτι που μου λείπει. Γιατί πάντα όλο κάτι λείπει.

Tuesday, October 18, 2011

Μία συμβουλή από εμένα


Και οι κρύες νύχτες του χειμώνα ξεκινούν. Δε θα αναπολήσω αυτή τη φορά, ίσως πρέπει να πάψω να το κάνω αυτό. Απλά απολαμβάνω και σκέφτομαι. Όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μου και που δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να τα αλλάξω. Και σταματώ να θυμάμαι. Και ξεκινώ να ονειρεύομαι και να ελπίζω. Όλοι λένε μην ελπίζεις, δεν υπάρχει κάτι για το οποίο να αξίζει να ελπίζεις πια! Μα πως γίναμε τόσο δεκτικοί στο να μας σκοτώνουν τα όνειρα; Πότε ξεχάσαμε γιατί ζούμε και γιατί παλεύουμε;

Ο κόσμος καταρρέει κυρίως κοινωνικά και ψυχολογικά. Όλοι είναι με κάτι μούτρα μέχρι το πάτωμα. Κανείς δε χαμογελάει πλέον και όλοι θέλουν να φύγουν από αυτή τη χώρα. Μαζί τους και εγώ, δεν το αρνούμαι. Αλλά για να έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο, σημαίνει πως εγκαταλείπουμε τελείως από τον αγώνα στη χώρα μας. Που όσο μακριά και να πάμε, όσο και να μη θέλουμε να μείνουμε εδώ, πάντα αυτήν αναπολούμε. Και όταν γυρίζουμε εδώ γκρινιάζουμε πάλι. Αλλά έτσι είμαστε. Δεν αλλάζουμε εύκολα. Έτσι μας μάθανε, και έτσι είναι η φυσική ροή των πραγμάτων. Μαζί δεν κάνουμε με την Ελλάδα και χώρια δεν μπορούμε (!)

And the winter begins
Και πάλι μιλάω για όνειρα και σχέδια του μέλλοντος. Την ώρα που ο καιρός εδώ στα βόρεια έχει κρυώσει για τα καλά. Αναπόφευκτα οραματίζεσαι το μέλλον, όσο ζοφερό και αν φαντάζει. Και βυθίζεσαι στην ζεστή σου κουβερτούλα, με ένα ζεστό στο χέρι και ονειρεύεσαι. Τα όμορφα και τα άσχημα που μπορεί να έρθουν. Προγραμματίζεσαι και ξεκινάς. Βάζεις στόχους, όχι πολλούς, αλλά σημαντικούς. Έτσι για να ξέρεις τι ακριβώς θέλεις και που βρίσκεσαι. Και ό, τι και να γίνει, εσύ θα μείνεις προσκολλημένος στο στόχο σου. Με επιμονή και υπομονή. Και καθώς θα εξελίσσεσαι εσύ, τόσο θα εξελίσσονται και οι στόχοι σου. Μαζί πάντα και ποτέ χώρια. Γιατί εάν αφήσεις για λίγο από τα χέρια σου το όνειρο – σχέδιο σου, θα χαθείς και εσύ. Κάθε προσανατολισμός και σχεδιασμός θα χαθούν στη δίνη της κρίσης.

Γι’ αυτό λοιπόν, μην τα παρατάς, μην ακούς τι λένε οι άλλοι. Κάνε ό, τι σου αρέσει και ό, τι ποθείς. Μόνο έτσι θα αγγίξεις και λίγο από την αληθινή ευτυχία, κάνοντας αυτά που λατρεύεις κάθε μέρα, έστω και από λίγο. Έστω και αν μην πληρώνεσαι. Δεν έχει σημασία. Αρκεί να το κάνεις.

Έτσι προσπαθώ και εγώ να κάνω. Λίγο κάθε μέρα, αν όχι πολύ! Γιατί τα όνειρα και τα σχέδια μάς κάνουν αυτούς που είμαστε. Και αν αποφασίσουμε να προχωρήσουμε με αυτά, τότε θα έχουμε πιο γεμάτη και πλήρη ζωή. Και αν αποτύχουμε με αυτά, θα πούμε τουλάχιστον ότι προσπαθήσαμε. Και η προσπάθεια σου μαθαίνει πολλά, για εσένα και τη ζωή σου, για τον κόσμο.

Ονειρεύομαι πάλι, αγναντεύοντας το κρύο και το αφιλόξενο τοπίο. Και ελπίζω. Για τώρα, για σήμερα και κάθε μέρα. Για εμένα, για τους άλλους, για τη χώρα. Για όλα. Ελπίδες αληθινές, δικές μου, ελπίδες με νόημα. Ελπίδες και πάλι ελπίδες.

Tuesday, October 11, 2011

Ένας σουρεαλιστικός παροξυσμός


Παρακολουθούσα τη συνέντευξη του Βενιζέλου στην «Ανατροπή» και αναρωτιόμουν πόσο πολύ μιλάει αυτός ο άνθρωπος όταν βγαίνει στην τηλεόραση. Το ‘λαικό’ προφίλ που έχει υιοθετήσει τώρα τελευταία και το α’ πληθυντικό, στο οποίο τοποθετεί και τον εαυτό του σε κάθε ευκαιρία καταντά εκνευριστικό. «Η πατρίδα μας… πρέπει να συνεργαστούμε… εμείς οι Έλληνες…» και πολλά άλλα. Το κοινωνικό αυτό προφίλ δεν πιάνει Βαγγέλη. Άργησες. Και άλλοι τα προσπάθησαν αυτά, και άλλοι ήθελαν να είναι κοντά στον Έλληνα πολίτη, αλλά λίγοι τα κατάφεραν. Βασικά νομίζω κανένας με απόλυτη επιτυχία.

Γιατί πολλοί είναι ψιλιασμένοι, δεν τους ξεγελάς εύκολα. Έχουν προπονηθεί σκληρά σε ατελείωτους αγώνες επιβίωσης, έχουν πληρώσει ήδη πολλά Βαγγέλη, άργησες. Είναι ήδη πονηροί, ίσως και μερικοί να είναι πιο πονηροί και από εσένα, με τα πτυχία και τις άπειρες οικονομικές σου γνώσεις. Ίσως αυτοί να είναι απλοί οικογενειάρχες που απλώς θέλουν μία ήρεμη και αξιοσέβαστη ζωή, σε μια χώρα δικαιοσύνης και διαφάνειας. Δε δελεάστηκαν από τα πλούτη και τη δόξα, την εξουσία που σας κατατρώγει σαν αδηφάγο αρπακτικό μέρα με τη μέρα. Και παίρνει και τις οικογένειες σας στο φαγοπότι, δεν τις αφήνει απ’ έξω, και όλα αυτά επειδή ΕΣΕΙΣ αφήσατε αυτό το αρπακτικό να κατασπαράξει τις ψυχές σας – και κατ’ επέκταση τις δικές μας - , όχι αυτοί.

Αλλά ποιοι είναι αυτοί οι ‘αθώοι’ και ποιοι αυτοί οι ‘ένοχοι’ αναρωτιέμαι. Αυτοί που δίνουν και την ψυχή τους για ένα καλύτερο αυτοκίνητο, για ένα i pad, για ένα σπίτι 300 τετραγωνικών και αυτοί που δίνουν όλο τους το είναι για την αγάπη, την οικογένεια, την ευγένεια, την ταπεινότητα, την αξιοπρέπεια και το συνάνθρωπο. Τα έχω δει και τα δύο σε ακραίες μορφές. Άνθρωποι που ζουν για να βγάλουν τα ‘πολλά’, για να λένε ότι έχουν, για να κοκορεύονται, για να δείχνονται, άνθρωποι που ζηλεύουν τα υπάρχοντα των άλλων, γιατί νομίζουν ότι από εκεί πηγάζει η ευτυχία. Μα πόσο γελασμένοι μπορεί να είναι πια; Πόσο πιο πολλά μπορεί να ποθούν από αυτά που ήδη έχουν;


Είμαστε κακομαθημένοι, δεν χωρεί αμφισβήτηση. Τα έχουμε όλα. Όλα τα καλά που για κάποιους άλλους φαντάζουν μακρινά. Δε θέλω όμως να προβάλλω τη δυστυχία κάποιων για να τονιστεί το πόσο καλοβαλμένοι είμαστε όλοι. Το ξέρουμε και το βλέπουμε. Το ζούμε καθημερινά. Απεριόριστο ίντερνετ, κινητό τελευταίας τεχνολογίας, καινούργια ρούχα, μουράτα τατουάζ, από δύο αυτοκίνητα, το ψυγείο γεμάτο, το σπίτι ζεστό, ο σκύλος χορτάτος. Δεν είναι έτσι όμως. πρέπει να ξυπνήσουμε με κάποιον τρόπο, να σκεφτούμε πόσο χαραμίζουμε τις ζωές, τα υπέροχα μυαλά μας και τη μόρφωσή μας σε πράγματα χωρίς ουσιώδες αξία, χωρίς μέλλον. Σε πράγματα άψυχα και νεκρά, απλά άχρηστα. Δεν αμφισβητώ την αξία της ζέστης και του γεμάτου πιάτου στο τραπέζι, και αυτά με κόπο τα αποκτάς. Εγώ αντιτίθεμαι σε όλα αυτά που μας πασάρουν, σε όλα αυτά που προωθούνται για εμάς χωρίς να ξέρουμε καν γιατί τα χρειαζόμαστε. Απλά μας λένε ότι τα χρειαζόμαστε. Και εμείς υπακούμε. Έτσι εύκολα και εύπεπτα. Στον πλούτο και στο χρήμα. Στα πολλά.





Και γκρινιάζουμε που δεν έχουμε λεφτά για καφέ ή για να αγοράσουμε τα καινούργια γοβάκια που είδαμε χτες. Μονάχα αυτά αξίζουν; Μονάχα αυτά μας συντροφεύουν; Αναρωτιέμαι. Και πιθανόν αναρωτιέστε και εσείς γιατί με έχει πιάσει τέτοια κρίση. Είπα και εγώ να μπω στο κλίμα, αλλά δεν νιώθω πλήρης. Νιώθω λειψή και άδεια. Γιατί; Γιατί τίποτα από αυτά δε με γεμίζει πια. Ποτέ δε με γέμιζαν η αλήθεια είναι. Νιώθω μισή γιατί μου λείπει το αληθινό και το όμορφο. Συναισθήματα και αξίες ξεχασμένες. Αυτά μου λείπουν και βλέπω πόσο πολλοί δεν τα εκτιμούν. Χανόμαστε στη δίνη της καθημερινότητας και της ευκολίας και δε βλέπουμε αυτό που είναι μπροστά μας. Τη χαρά και την ομορφιά σε κάθε ευκαιρία. Και ναι δε θα πάρω το αυτοκίνητο στη δουλειά σήμερα, θα περπατήσω, θα απολαύσω τη φύση που τέτοια εποχή κιτρινίζει και μαραίνεται, τόσο απλά και μαγικά. Θα γλυτώσω κάποια χρήματα από τη θέρμανση απλά παίρνοντας μια κουβέρτα, θα φορέσω τα παλιά μου τα γοβάκια και θα έχω το δικό μου στυλ, θα είμαι μοναδική, θα κάνω πράγματα που αγαπώ και που ποτέ δε ξεχνώ γιατί απλά δε θέλω να χαθώ. Ούτε τώρα, ούτε ποτέ. Να κάνω αυτά που μου αρέσουν και να αγαπώ τους συνοδοιπόρους μου όσο τίποτε στο κόσμο, τη φύση και τα θαύματά της, ακόμη και την ασχήμια αυτής της ζωής. Θέλω αισθήματα για να ζήσω, θέλω νόημα. Όχι λεφτά και αγαθά. Θέλω τα άυλα και όχι τα υλικά. Αυτά που μένουν στις καταθέσεις της καρδιάς και όχι των τραπεζών, τα αληθινά ‘διαμάντια’ της ζωής. 

Saturday, October 8, 2011

Τα φοιτητικά τα χρόνια δεν τα αλλάζω με τίποτα



Επισκέφτηκα την αγαπημένη Θεσσαλονίκη και έτρεμα στην ιδέα ότι μπορεί να είναι από τις τελευταίες. Όχι! Αρνούμαι να εγκαταλείψω να έρχομαι έστω κάθε μήνα, αρνούμαι κατηγορηματικά. Περπατούσα και χάζευα τα μαγαζιά και τους πολυπερπατημένους δρόμους, τα στενάκια και τις όμορφες βιτρίνες που γέμισαν πάλι από χειμωνιάτικα και ζεστούλικα ρούχα.

Εγώ όμως δεν είμαι εκεί, είμαι ένας επισκέπτης, ένας τουρίστας. Άλλη μία απλή επαρχιώτισσα που ήρθε για βόλτα στη συμπρωτεύουσα! Τίποτε παραπάνω και τίποτε λιγότερο. Και μου έρχονται όλα τα ωραία στο μυαλό. Περπατώ και ονειρεύομαι την πόλη όπως ήταν στο μυαλό μου, η πόλη μου και όχι η συμπρωτεύουσα. Δεν ήταν, δεν είναι και δε θα είναι ποτέ μία πόλη σαν όλες τις άλλες. Εκεί γνώρισα τη ζωή με τον άσχημο και τον καλό τρόπο. Εκεί έκανα φίλους που αξίζουν και είδα ανθρώπους να κοροϊδεύουν τους ίδιους τους τους εαυτούς για να είναι αρεστοί. Και τέλος πάντων γνώρισα πολλά όμορφα, περίεργα, αξιοθαύμαστα, ψεύτικα και αληθινά άτομα.  Τους έμαθα και με έμαθαν.

Δύσκολα την ξεχνάς αυτή τη φοιτητική ζωή, πόσο μάλλον αν την εγκατέλειψες απότομα. Έφυγα για τις μακρινές Αυστραλίες και όταν γύρισα βρήκα όλα μου τα πράματα στοιβαγμένα σε κούτες. «Ρε μάνα που πήγαν τα αγαπημένα μου παπούτσια;» ούρλιαζα. Προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω ότι η φοιτητική ζωή με είχε χαιρετήσει πολύ πιο πριν προλάβω να τη χαιρετήσω εγώ. Εγώ το κατάλαβα με τον πιο άσχημο τρόπο, τόσο τα Χριστούγεννα, όσο το ρημαδοκαλοκαίρι του 2011. Από τα χειρότερα και τα καλύτερα της ζωής μου. Έτσι είναι όμως η ζωή. Τα καλά και τα άσχημα δε διαθέτουν χρονοδιακόπτες και ρυθμιστές έντασης. Έρχονται ακάλεστα και τα δύο. Στην ομορφότερη περίοδο της ζωής σου, μπορεί να ζήσεις και τη χειρότερη. Έτσι απλά.

Έτσι απλά τελειώνουν και τα όμορφα. Πέντε χρόνια απερίγραπτων στιγμών σε Θεσσαλονίκη, Σύδνευ, Εσκισεχίρ, Κοζάνη. Και ποιος ξέρει που αλλού; Εγώ όμως σήμερα στέκομαι στη Θεσσαλονίκη γιατί σαν αυτή δεν υπάρχει καμία άλλη! Και είναι τόσο περίεργο που όλοι οι μεγαλύτεροί σού λένε, τα φοιτητικά τα χρόνια ζήσε τα όσο μπορείς γιατί θα είναι τα πιο ωραία! Τώρα αντιλαμβάνομαι την ουσία και τη σημασία αυτών των λέξεων… γιατί ήταν τα πιο ωραία. Και τα πιο αξέχαστα. Δε συγκρίνω σε καμία περίπτωση Αυστραλία, πόσο μάλλον Τουρκία! Η κάθε χώρα με τη μοναδικότητά της και τους ανθρώπους που με συνόδεψαν σε αυτά τα ταξίδια… ανθρώπους που είναι ακόμη εδώ, δίπλα μου και με στηρίζουν. Ανθρώπους μοναδικούς και αξέχαστους, ανθρώπους δικούς μου.


Και φεύγω πάλι, είμαι στο λεωφορείο για Κοζάνη και αναρωτιέμαι πότε θα ξαναεπισκεφτώ τη Θεσσαλονίκη μου. Ίσως την επόμενη εβδομάδα λέω στον εαυτό μου. Και περνούν οι μέρες και οι εβδομάδες και περνούν οι αναμνήσεις και οι σκέψεις, στη δίνη του χρόνου που άθελά του μας ξεσηκώνει στο απέραντο κενό που χαρακτηρίζει το μέλλον μας.