Thursday, January 27, 2011

Η αρχή του τέλους

Ρώτησα γιατί φωνάζεις φύγε
Ποτέ μου, Θεέ μου, δεν είχα μια αγάπη απλή
τι κρύβεις κ δε θες να πεις
ρώτησα ο έρωτας που πήγε
και δεν απάντησε κανείς
ρώτησα γιατί κρατάς μαχαίρι
καρδιά δε πρόκειται να βρεις.
Ήτανε χαμένη από χέρι
κομμάτια ήταν πριν να'ρθεις.
Ποτέ μου Θεέ μου,
δεν είχα μια αγάπη απλή
Πως να μαι.. τι να'μαι
Ευαίσθητη ή λογική ;


Βαρέθηκα πια. Βαρέθηκα. Κουράστηκα πια να αναλώνομαι σε χαμένους έρωτες και εφήμερες αγάπες. Να δίνω και να μην παίρνω, να αισθάνομαι και μετά να μη νιώθω, να προσπαθώ χωρίς αποτέλεσμα. Είχα τις ευκαιρίες μου δε λέω, αλλά η καρδιά πάντα λαχταρά αυτό που δεν μπορεί να έχει. Μα τι ανούσιο! Να προσπαθείς πάντα για αυτό που δεν έχεις, για μια αγάπη που ποθείς με όλη σου την ψυχή και να μην αντιλαμβάνεσαι τι έχεις ήδη μπροστά σου, ποιον πληγώνεις και ποιον απορρίπτεις και μαζί του να πληγώνεσαι και εσύ.

Αλλά τέρμα όλα αυτά, τελείωσαν για μένα. Βαρέθηκα, δεν τα θέλω όλα αυτά. Κουράστηκα πια να προσπαθώ, αλλά αυτό είναι το χειρότερο. Να έχεις σταματήσει να ονειρεύεσαι την αγάπη, να έχεις σταματήσει να επενδύεις, να έχεις εγκαταλείψει το πλοίο αυτό που λέγεται «αγάπη». Οι καπετάνιοι και το πλήρωμα φωνάζουν το όνομά μου, εγώ όμως δεν ακούω. Κάθομαι απέναντι στο λιμανάκι και τους κοιτώ ατάραχη. Ο πόνος μου έχει καταστρέψει την ακοή και έτσι μόνο βλέπω. Τα μαλλιά μου ανεμίζουν και τα μάτια μου είναι βουρκωμένα, διότι ξέρω για τί με φωνάζουν και ξέρω γιατί δεν τους ακούω.

Με πιάνει μια λαχτάρα να πάω και εγώ εκεί, να τρέξω να προλάβω το καράβι, να τα αφήσω όλα πίσω! Δεν μπορώ όμως, κάτι με εμποδίζει. Κοιτώ χαμηλά και βλέπω τον εαυτό μου να κάθεται σε αναπηρικό καροτσάκι με μια κουβέρτα να σκεπάζει τα πόδια μου για να μην μπορώ να αντικρύσω το άσχημο αυτό θέαμα, ότι δεν έχω πόδια. «Δεν μπορώ να κουνηθώ, δεν μπορώ να κουνηθώ», ψελλίζω, όμως η φωνή μου δεν ακούγεται. Ποιος μου έκοψε τη γλώσσα; Ποιος; Μα γιατί αναρωτιέμαι; Εγώ μου έκοψα τη γλώσσα για αυτόν ακριβώς το λόγο, να μην μπορώ να τους φωνάξω να με περιμένουν, να μην μπορώ να ακουστώ, να μην μπορέσω ποτέ ξανά να πω «σ’ αγαπώ». Τώρα όλα έχουν νόημα για μένα. Τώρα αντιλαμβάνομαι τις πράξεις μου.

Βλέπω ανθρώπους γύρω μου να τρέχουν προς το καράβι χαμογελαστοί πιασμένοι χέρι χέρι με το ταίρι τους και θέλω και εγώ να τρέξω, να πηδήξω το κενό που υπάρχει μεταξύ του καραβιού και του μικρού λιμανιού. Αλλά δυστυχώς για μένα δεν υπάρχει μπάρα να σύρω το καρότσι μου και να μπω στο πλοίο. Και κανείς δεν έχει το κουράγιο να με πάρει στην αγκαλιά του, ούτε τη δύναμη ούτε την υπομονή να κουβαλάει ένα «σακάτη». Πού είναι η δύναμη και η τόλμη που είχα για τη ζωή; Όταν έτρεχα ελεύθερη από σκέψεις και προβλήματα, όταν ήμουν μικρό κορίτσι, ανέμελη και αθώα. Τότε που χαλούσα όλα μου τα παπούτσια από το τρέξιμο και το παιχνίδι! Τώρα κουβαλάω μόνο ένα ζευγάρι σκουριασμένες ρόδες με δυο κιλά σίδηρο και όχι ένα ζευγάρι χρωματιστά σταράκια.

Και κάπως έτσι τους βλέπω όλους να μπαίνουν στο καράβι αυτό που λέγεται «αγάπη» και κάποιοι από αυτούς συνεχίζουν να φωνάζουν το όνομά μου, καθώς απομακρύνεται το πλοίο, το βλέπω στα χείλη τους και ας μην μπορώ να το ακούσω. Μόνο τα μάτια μου έχουν απομείνει, για να βλέπω και να μην μπορώ να πράξω, να κοιτώ τη ζωή μου να περνά μπροστά από τα μάτια μου χωρίς να μπορώ να κάνω τίποτε για να την αλλάξω. Και είναι όλοι μέσα. Φίλοι συγγενείς, γνωστοί, άγνωστοι. Εγώ όμως όχι. Δεν μπορώ να περπατήσω. Είμαι «σακάτης», είμαι ανάπηρη. Σωματικά και ψυχικά. Έχω χάσει το πλοίο της αγάπης για πάντα.

Wednesday, January 26, 2011

Μεγάλωσα, απότομα

Πώς φτάσαμε ως εδώ; Πόσο μεγαλώσαμε πια; Τα εμπόδια που είχαμε κάποτε φαίνονται τόσο ασήμαντα μπροστά σε αυτά που αντιμετωπίζουμε τώρα. Είναι δύσκολο να είσαι ενήλικας τελικά. Και μεγαλώσαμε απότομα ρε γαμώτο. Πώς γίναμε έτσι; Κάποτε κάναμε ρυτίδες έκφρασης επειδή γελούσαμε πολύ, τώρα κάνουμε ρυτίδες ανάμεσα από τα φρύδια γιατί σκεφτόμαστε πολύ. Γιατί τόσο πολύ περισυλλογή και αμφιβολία;

Τι φταίει; Να φταίει το άγχος της σημερινής κοινωνίας; Να τελειώσεις το πανεπιστήμιο; Να βρεις δουλειά; Να βρεις ένα καλό παιδί να παντρευτείς; Πολύ μπανάλ. Τώρα οι αιτίες της πολύωρης σκέψης και του άγχους είναι πιο πολύ να ανταποκριθείς στον εαυτό σου, παρά σε όλα όσα θέλει η κοινωνία για σένα, που δεν είναι άλλα από ένα πτυχίο στην ώρα του και μία δουλειά αντάξια αυτού που σπούδασες, αλλιώς σε φάγανε οι κουτσομπόλες γλώσσες. Να ανταποκριθείς στα θέλω και τις δικές σου επιθυμίες, να μην προδώσεις τα δικά σου όνειρα και αυτά που έκανες κάποτε με τους φίλους σου. Μα πως στο καλό το κάνεις αυτό; Πώς γίνεται να μην αλλάξεις και εσύ μαζί με τα όνειρά σου στο πέρασμα του χρόνου; Εμ αν το ξέραμε αυτό όλοι θα ήμασταν χαρούμενοι. Μήπως τελικά προσπαθούμε πολύ χωρίς να έχει ουσία; Τι αξίζει τελικά; Η πραγματοποίηση των στόχων σου και των ονείρων σου ή οι άνθρωποι που χάνεις στην πορεία για την υλοποίησή τους;

Μήπως η ζωή που όλοι ονειρευόμαστε να βρίσκεται εκεί που δεν περιμένουμε ποτέ; Μήπως η ζωή που πάντα θέλαμε να εξαρτάται πάντοτε από τις παιδικές μας επιθυμίες, ακόμη και αν δεν το παραδεχόμαστε; Μήπως φοβόμαστε τα ίδια μας τα όνειρα τελικά; Μήπως φοβόμαστε ότι όταν θα πραγματοποιηθούν όλα μας τα όνειρα δεν θα έχουμε σκοπό στη ζωή μας; Μάλλον γι’ αυτό έχουμε συνεχώς και καινούργια όνειρα, για να είμαστε πιο ενθουσιασμένοι για τη ζωή και όταν πια κοντεύουμε προς την υλοποίησή τους να χάνουν το νόημά τους. Έτσι και εμείς όλο και αναβάλλουμε κάτι όταν ξέρουμε ότι θα μας φέρει ένα βήμα πριν το όνειρο. Ένα βήμα πριν την ευτυχία, αλλά και την ανούσια ζωή.

Tuesday, January 18, 2011

Αναισθησία

Έχω χαθεί μέσα μου, στο εγώ μου, στην παραφροσύνη μου, στη δική μου τρέλα. Πονάω αλλά δεν το νιώθω, πονάω αλλά δε με αγγίζει. Πώς είναι δυνατόν; Ξέρω ότι με πειράζει, ότι με πονάει, ότι υποφέρω, κι όμως δεν το νιώθω. Το βλέπω μόνο στα όνειρά μου. Η ψυχή μου υποφέρει σιωπηλά και όμως δεν το νιώθω, μονάχα το ξέρω βαθιά μέσα μου ότι κάτι έσπασε για τα καλά, για πάντα και δεν ξανακολλάει. Και ξέρω ότι δεν με πειράζει. Καθόλου. Ίσως αυτό θα έπρεπε να με προβληματίζει, το ότι δε με προβληματίζει.

Τι κάνεις όμως όταν έχεις φτάσει σε αυτό το σημείο; Απλά το υπομένεις, το αφήνεις να περάσει. Και αν δεν περάσει; Και αν δεν φύγει ποτέ; Θα αφήσεις τη ζωή σου να χαθεί μέσα στις αναμνήσεις, στις απογοητεύσεις και στα ανεκπλήρωτα όνειρα; Όχι. Όχι γιατί τώρα έμαθες ότι μόνο εσύ είσαι για σένα, ότι αν δεν προσπαθήσεις εσύ να σωθείς, κανένας άλλος δε θα το κάνει για σένα. Τέρμα οι μιζέριες και οι κακομοιριές, τέρμα όλα αυτά για τα οποία θα χανόσουν εύκολα και χωρίς σκέψη. Ναι έχεις χαθεί μέσα στο ίδιο σου το εγώ όμως χωρίς να σκέφτεσαι τίποτα. Τι ωραία να μη σκέφτεσαι τίποτα! Ίσως έτσι να είναι καλύτερα, ίσως έτσι να ξεχαστείς και λίγο και να μη νιώθεις. Αλλά τι λέω δε νιώθεις ήδη.

Saturday, January 15, 2011

Το κουκούλι μου

Περιμένω, περιμένω για κάτι που δεν έρχεται ποτέ. Κολλάω και δεν ξέρω γιατί. Η ζωή μου μια ευθεία γραμμή που ξεφεύγει από την πραγματικότητα και ταξιδεύει στα δικά της μονοπάτια. Με γωνίες και κύκλους που τρελαίνουν τη σταθερότητα των υπολοίπων. Και κάτι χάνω μέσα στους αιώνες της ύπαρξής μου. Κάτι μου διαφεύγει, μου ξεφεύγει μέσα από τα αέρινα χέρια μου. Χάνω το μυαλό μου στα αδιέξοδα του έξω κόσμου. Θέλω πάλι να κλειστώ στο δικό μου μοναδικό κόσμο, να μη μιλάω σε κανέναν, να μην ακούω πια κανέναν, το μόνο που να με συντροφεύει να είναι η γαλήνη του εγώ μου, η ηρεμία της ψυχής μου. Να κλειστώ μέσα στη φούσκα της ζωής μου και να μην ξαναβγώ.


Όλοι πρέπει να υποστούμε μικρούς θανάτους, κάθε δοκιμασία της ζωής είναι ένας μικρός θάνατος, αλλά συνάμα και μια μικρή αναγέννηση. Αλλά εάν δεν πεθάνεις πρώτα, να υποστείς την απόλυτη φθορά, να χαθείς, να εξαφανιστείς, να νιώσεις μέσα σου τον πόνο, την οργή, την απογοήτευση, τη λύπη, την απόρριψη, το θάνατο, δε μπορείς να συνεχίσεις. Πρέπει να υποστείς την απόλυτη μεταμόρφωση πρώτα, την αλλαγή στο έσω σου, στην ψυχή σου και έπειτα θα επέλθει και η ολική σου μεταμόρφωση, σαν τις πεταλούδες. Πρώτα ξεκινούν σαν άσημες κάμπιες και βάζουν τον εαυτό τους να υποστεί ένα θάνατο. Τυλίγονται μέσα στο ίδιο τους το κουκούλι και έπειτα από την αναμονή επέρχεται η ολική μεταμόρφωση σε κάτι τόσο όμορφο και μαγικό, μία πεταλούδα. Έτσι λοιπόν είναι και η ψυχές μας. Κάθε μέρα έρχεσαι αντιμέτωπος με δοκιμασίες της ζωής που μέσα από τον πόνο που σου προξενούν αλλάζεις και πρέπει να τον υποστείς, σαν μια κάμπια να τυλιχτείς μέσα στο κουκούλι σου, μέχρι να περάσει αυτή η περίοδος και να μεταμορφωθείς, να γίνεις ένα νέο κομμάτι του εαυτού σου.